Σελίδες

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Λευτέρης Βιριράκης: Συμβολή στην συγκρότηση εναλλακτικού μοντέλου πολιτικής-οικονομικής οργάνωσης από τα κάτω



Το κείμενο που ακολουθεί είναι του Λευτέρη Βιριράκη, Δρ. Αρχιτέκτονα Μηχανικού ΕΜΠ και μέλους της Ανοικτής Συνέλευσης Μηχανικών.

"Πολεοδομικό κύτταρο" Δημήτρη Παπανικολάου (φωτορεαλιστικό)

Είναι ένα κείμενο-συμβολή στο συνεχώς διευρυνόμενο διάλογο, σε παγκόσμιο επίπεδο, για τη συγκρότηση ενός Εναλλακτικού Μοντέλου. Αποτελεί την αρχική συνεισφορά του Λευτέρη στις δραστηριότητες των Ομάδων Εργασίας της ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗΣΗ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ.


Συμβολή στην συγκρότηση εναλλακτικού μοντέλου πολιτικής-οικονομικής οργάνωσης από τα κάτω

του Λευτέρη Βιριράκη (*)
 
Το πλαίσιο της σχετικής συζήτησης

Παρακολουθούμε εδώ και καιρό το αντι-νεοφιλελεύθερο κίνημα να φουντώνει περιστασιακά με μαζικές διεκδικητικές κινητοποιήσεις και στην συνέχεια να φθίνει —σε σημείο πλήρους ακινησίας— για μακρές περιόδους, χωρίς να  πετυχαίνει απολύτως κανέναν από τους στόχους του, την στιγμή μάλιστα που μέχρι πρότινος αδιανόητα νεοφιλελεύθερα πακέτα μέτρων επιβάλλονται το ένα μετά το άλλο. Το απογοητευτικό αυτό φαινόμενο έχει την εξήγησή του: ο κόσμος που συμμετέχει στις κινητοποιήσεις ελπίζοντας ότι θα πετύχει κάτι, απογοητεύεται διαπιστώνοντας το μηδενικό αποτέλεσμα. Από αυτήν την άποψη όσο πιο μεγάλη και "επιτυχημένη" είναι η κινητοποίηση τόσο μεγαλύτερη είναι η απογοήτευση και η αποστασιοποίηση που ακολουθεί. Γιατί όμως το αποτέλεσμα είναι μηδενικό ακόμη και όταν η κινητοποίηση είναι "επιτυχημένη";
Η επιβολή του νεοφιλελεύθερου δόγματος έχει καταστήσει οριστικά παρελθόν τον διεκδικητικό-διαπραγματευτικό συνδικαλισμό: κάθε κυβέρνηση υποκείμενη στο σύγχρονο παγκόσμιο καπιταλιστικό πλαίσιο δεν έχει πλέον κανένα περιθώριο υποχώρησης σε κοινωνικές - εργατικές απαιτήσεις, ούτε είναι σε θέση να διεκδικήσει τέτοια περιθώρια από το διεθνές πολιτικό - χρηματοπιστωτικό καθεστώς στο οποίο υπάγεται. Το τελευταίο, εκφράζοντας ένα σύστημα που έχει εξαντλήσει προ πολλού τις δυνατότητες αυτο-αναπαραγωγής του μέσω παραγωγικής επένδυσης (μορφή της οποίας είναι και η άσκηση "κοινωνικής πολιτικής"), επιβάλλει πλέον την αναδιανομή του υπάρχοντος πλούτου με άτεγκτους κανόνες αντι-εργατικής, αντι-κοινωνικής κατεύθυνσης. Η επιβολή αυτών των κανόνων απαιτεί την κατάργηση όλων των αστικοδημοκρατικών ανοχών εντός των οποίων ορίζεται και ο διεκδικητικός-διαπραγματευτικός συνδικαλισμός. Απαιτεί επίσης μια λιγότερο ή περισσότερο (ανάλογα με τις κοινωνικές αντιστάσεις) απροκάλυπτα απολυταρχική εξουσία, βασισμένη στο δόγμα ΤΙΝΑ: "δεν υπάρχει εναλλακτική". Από την πλευρά αυτής της εξουσίας καμία παραχώρηση δεν είναι εφικτή, αφού το σύστημα δεν διαθέτει πλέον τα απαιτούμενα οικονομικά περιθώρια, ενώ η παραμικρή παραχώρηση, υπό την πίεση της τεράστιας κοινωνικής καταπίεσης που επιβάλλει, θα μπορούσε να ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου εναντίον του.


Ένα γενικό σχέδιο δράσης

Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα —και με δεδομένη την αδυναμία "διαπραγμάτευσης" ή "διεκδίκησης"— η πραγματική (κατά αντιδιαστολή με την γνώριμη θνησιγενή "συμβολική") αντίσταση οφείλει να εστιαστεί σε ρεαλιστικούς στόχους, άμεσα συνδεδεμένους με την εμπειρία που βιώνει η εργατική πλειοψηφία, και ωστόσο προσανατολισμένους στην αντικατάσταση του υφιστάμενου πολιτικού - οικονομικού συστήματος με ένα ριζικά διαφορετικό, προσαρμοσμένο στις ανάγκες της. Με δεδομένη την αδυναμία ενιαίας ανατροπής μιας "τάξης" που αυτήν την στιγμή κυριαρχεί σε παγκόσμια κλίμακα, θα πρέπει η συνεχιζόμενη πολιτική και κοινωνική κινηματική δράση προς αυτήν την κατεύθυνση να υποστηριχτεί με την δημιουργία βιώσιμων δομών αντεξουσίας – αντι-οικονομίας σε τοπικές πολιτικοοικονομικές κοινότητες που:
·      πλήττονται με τον πιο ακραίο τρόπο από την κρίση του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος και για αυτόν τον λόγο η καταπίεση της εργατικής πλειοψηφίας μέσα τους είναι οξεία
·      διαθέτουν ή μπορούν να αναπτύξουν επαρκή πολιτική και οικονομική αυτοτέλεια ώστε να υποστηρίξουν τα ερείσματα του νέου καθεστώτος βελτιώνοντας την θέση της εργατικής πλειοψηφίας
Επιτυχημένα εγχειρήματα συλλογικής ιδιοποίησης του παραγωγικού μηχανισμού και αυτοδιεύθυνσης των παραγωγών θα είχαν άμεσες επιπτώσεις στην ζωή τους και θα έδιναν απτά αντιπαραδείγματα στο υφιστάμενο καθεστώς (αντι-ΤΙΝΑ). Έτσι θα δημιουργούσαν ένα πρώτο ρήγμα που στις δεδομένες συνθήκες κρίσης και υπό την πίεση ενός γενικότερου κοινωνικού ταξικού κινήματος θα μπορούσε να έχει γρήγορα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα που θα συνέτειναν στην δημιουργία μιας "δυικής εξουσίας" απέναντι στο υφιστάμενο καθεστώς. Μπροστά σε αυτό το ενδεχόμενο βέβαια οι νέες δομές θα δέχονταν γενικευμένη επίθεση, απέναντι στην οποία θα έπρεπε έγκαιρα να αναπτύξουν αποτελεσματικά μέσα πολιτικής, οικονομικής και φυσικής άμυνας.
Ποιά είναι όμως η κατάλληλη κλίμακα μιας πολιτικοοικονομικής κοινότητας που διαθέτει επαρκή συνοχή και ομοιογένεια της εργατικής πλειοψηφίας ώστε να πραγματοποιήσει μια τέτοια ανατροπή και επαρκή αυτοτέλεια ώστε να συντηρήσει τις νέες δομές; Πριν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, ας δούμε την ουσία της αντιπαράθεσης μιας "στασιάζουσας" κοινότητας με το καπιταλιστικό - νεοφιλελεύθερο περιβάλλον της, ως προς το ζήτημα της οικονομικής εφικτότητας.


Ένας οιονεί διάλογος

Θα μπορούσαμε να συνοψίσουμε μια σοβαρή επιχειρηματολογία υπέρ του ΤΙΝΑ ως εξής:
  • Η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία είναι ένα ολοκληρωμένο σύστημα και αντλεί την αποτελεσματικότητά της, που ορίζεται από την σχέση της παραγόμενης αξίας με τον αναγκαίο χρόνο εργασίας, από αυτήν ακριβώς την ολοκλήρωση. Η τελευταία, πέραν της τεχνικής πλευράς της, που γίνεται εφικτή στην βάση της συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, πραγματοποιείται με χρηματοπιστωτικές σχέσεις που εξασφαλίζουν την βέλτιστη κατανομή των παγκόσμιων πόρων ως προς την παραγωγή κέρδους, άρα και ως προς την παραγωγή του παγκόσμιου προϊόντος.
  • Το προϊόν διανέμεται σύμφωνα με την σχέση κεφαλαίου, επομένως ανισομερώς σε βάρος της εργασίας, ωστόσο η ίδια σχέση με το δεδομένο επίπεδο παραγωγικότητας— εξασφαλίζει στον κόσμο της εργασίας ένα ελάχιστο ανεκτό επίπεδο διαβίωσης. Καθώς μάλιστα τμήματα του κόσμου της εργασίας παρουσιάζουν διαφορετικό βαθμό δικτύωσης με το κεφάλαιο και πρόσβασης σε αυτό, υπερβαίνουν αυτό το επίπεδο και προσβλέπουν στο υφιστάμενο καθεστώς.
  • Αν η "κοινότητά" σας αυτονομηθεί προκειμένου να εφαρμόσει ένα διαφορετικό (μη κεφαλαιοκρατικό, ή έστω μη σεβόμενο τους όρους της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας) σύστημα παραγωγής θα χάσει αμέσως τα ερείσματα της ολοκλήρωσης —και ειδικά την δυνατότητα συγκέντρωσης παραγωγικών πόρων μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος— οπότε η παραγωγικότητά της θα είναι τόσο χαμηλή ώστε οι εργαζόμενοι (τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος τους) δεν θα μπορέσουν να διατηρήσουν καν το παρόν τους οικονομικό επίπεδο.
Η παραπάνω επιχειρηματολογία έχει πραγματική βάση. Δεν θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως σόφισμα ή απάτη, αλλά ως έγκυρη υπεράσπιση μιας αντίπαλης ταξικής-πολιτικής θέσης, απέναντι στην οποία μπορεί να υπάρξει ένας εξίσου έγκυρος αντίλογος. Αυτόν θα μπορούσαμε να τον συνοψίσουμε ως εξής:
  • Η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία περνάει μια πρωτόγνωρης έκτασης κρίση με βασικό χαρακτηριστικό την αστοχία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, δηλαδή του κεντρικού ιστού της "ολοκλήρωσής" της. Συνέπεια της κρίσης αυτής (που αυτο-εντείνεται διαρκώς, χωρίς να διαφαίνεται κάποιο μελλοντικό "σημείο ισορροπίας") είναι η ακραία ένταση της ανισοκατανομής του προϊόντος που με την σειρά της οδηγεί κάτω από το ανεκτό επίπεδο διαβίωσης μεγάλα τμήματα της εργατικής πλειοψηφίας.
  • Μπορεί η "κοινότητά" μας να μην είναι σε θέση να αυτονομηθεί πλήρως οικονομικά, ούτε να ανταγωνιστεί την παραγωγικότητα του "ολοκληρωμένου" παγκόσμιου συστήματος, όμως δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα από τα δυο για να βελτιώσει την θέση του εργατικού πληθυσμού: αρκεί να πετύχει με ίδια μέσα ένα επίπεδο παραγωγικότητας τέτοιο που να εξασφαλίζει σε όλα τα μέλη της τουλάχιστον το "ανεκτό επίπεδο διαβίωσης". Αυτό μπορεί να το πετύχει ανακτώντας παραγωγικά μέσα που δεσμεύει το εξωτερικό καθεστώς, αξιοποιώντας τα σε νέες δομές παραγωγής προσαρμοσμένες στην κλίμακά της και στο συλλογικό δυναμικό που διαθέτει, ανταλλάσσοντας προϊόντα και υπηρεσίες στην εξωτερική αγορά και βέβαια αναδιανέμοντας το κοινωνικό προϊόν. Η εκτίμηση ότι το προϊόν αυτό θα είναι αξιακά κατώτερο αυτού που θα επέτρεπε η ολοκληρωμένη καπιταλιστική παραγωγή καθόλου δεν αποδεικνύει την ανεπάρκειά του να καλύψει τις βασικές κοινωνικές ανάγκες υπό το νέο καθεστώς διανομής.
  • Ωστόσο δεν σκοπεύουμε να μείνουμε εκεί: θεωρούμε την αυτοτέλεια (στην βάση που περιγράφηκε) της "κοινότητάς" μας, μόνο ως ένα πρώτο αναγκαίο βήμα για την αξιοποίηση των παγκόσμιων παραγωγικών δυνατοτήτων από τον κόσμο της εργασίας και την ιδιοποίηση του μέρους του παγκόσμιου προϊόντος που μας αντιστοιχεί. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι η "κοινότητά" μας δεν θα είναι η μόνη που θα αναδυθεί από την γενικευμένη και εντεινόμενη αδυναμία της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας να συντηρήσει τον εργατικό πληθυσμό. Η τεράστια πίεση των συνθηκών και ο παραδειγματικός χαρακτήρας της δικής μας και κάθε άλλης αντίστοιχης επιτυχίας θα επεκτείνει το φαινόμενο. Αυτό μπορεί να δρομολογήσει μια διαρκώς διευρυνόμενη —παγκόσμιας προοπτικής— βιώσιμη παραγωγική ολοκλήρωση σε εντελώς διαφορετική βάση από αυτήν της σύγχρονης καπιταλιστικής οικονομίας.


Κεντρικός στόχος και δομές λαϊκής εξουσίας

Ο παραπάνω "διάλογος" υπαινίσσεται ότι η "στασιάζουσα πολιτικοοικονομική κοινότητα" είναι ένα εθνικό κράτος, ενώ το "καπιταλιστικό - νεοφιλελεύθερο περιβάλλον της" είναι η παγκόσμια οικονομική δομή. Πραγματικά, το εθνικό κράτος είναι μια συγκροτημένη αυτοτελής πολιτικοοικονομική κοινότητα μεγάλης κλίμακας και ανάλογα με την γεωπολιτική του θέση η επιτυχία του "αντιπαραδείγματος" στο εσωτερικό του θα μπορούσε να έχει ευρύτερες καταλυτικές συνέπειες. Πρόσφατα μάλιστα ζήσαμε τον μύθο και το δράμα ενός υποτιθέμενου τέτοιου αντιπαραδείγματος στην χώρα μας, ενώ η συνεχιζόμενη αντιπαράθεση "ευρώ ή δραχμή" εκφράζει (με σχηματικό και στρεβλό τρόπο) το πραγματικό δίλημμα μιας μορφής οικονομικής αυτοτέλειας σε εθνική κλίμακα ως μέσου κοινωνικού-ταξικού αγώνα.
Είναι ζητούμενο όμως ο εργατικός πληθυσμός να συμμετάσχει ενεργά και βιωματικά στην συγκρότηση και υλοποίηση της εναλλακτικής πρότασης: διαφορετικά καλείται να εμπιστευτεί μια ηγεσία που (σε επίπεδο τεχνικών επιτελείων) την έχει ήδη συγκροτήσει και φέρεται ως ικανή να την εφαρμόσει. Οι ολέθριες συνέπειες μιας τέτοιας "εμπιστοσύνης" είναι γνωστές και τίποτα δεν εγγυάται την επανάληψή τους υπό οποιαδήποτε νέα ηγεσία που αυτήν την στιγμή παρουσιάζεται "καθαρή" απέναντι στο ενδεχόμενο της ενσωμάτωσης σε "συστημικές" δομές ή της γραφειοκρατικοποίησης. Πώς όμως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά;
Η απάντηση που αναζητούμε βρίσκεται στην κατεύθυνση της αυτοοργάνωσης του κόσμου της εργασίας πάνω σε έναν κλασικό ιστορικό μείζονα στόχο, που στις παρούσες συνθήκες γίνεται και όρος επιβίωσης: την ανατροπή του καθεστώτος εκμετάλλευσης της εργασίας, με την ιδιοποίηση του παραγωγικού και διοικητικού μηχανισμού από τους ίδιους τους παραγωγούς. Πρόκειται για έναν στόχο που προφανώς προσκρούει στο ζήτημα της εξουσίας και γι' αυτό μοιάζει προς το παρόν ανέφικτος σε εθνική κλίμακα, αλλά θα μπορούσε να αρχίζει να "χτίζεται" όχι βέβαια χωρίς συγκρούσειςσε μικρότερες κλίμακες, κοντινότερες στα μέτρα, την βιωματική εμπειρία και τις παρούσες οργανωτικές δυνατότητες των παραγωγών. Τέτοιες προσπάθειες θα μπορούσε να δώσουν την πραγματική βάση ενός κοινωνικού ταξικού κινήματος με κεντρική πολιτική παρουσία και στόχους, και μαζί με αυτό να προπαρασκευάσουν με υλικούς όρους μια ανατροπή μεγαλύτερης κλίμακας.
Όποια και αν είναι η κλίμακα των κοινοτήτων παραγωγικής / διοικητικής αυτονομίας, το πρώτο στοίχημα που θα έχουν να κερδίσουν θα είναι αυτό της οικονομικής βιωσιμότητας. Οι όροι αυτού του στοιχήματος έχουν ήδη περιγραφεί: ο "διάλογος" με τον οποίο προσπαθήσαμε να εκφράσουμε την σχέση μιας "επαναστατημένης" χώρας με την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική δομή, με ελάχιστες τροποποιήσεις, μπορεί να αποδώσει την σχέση ενός αυτοδιαχειριζόμενου εργοστάσιου με το πλαίσιο της εγχώριας καπιταλιστικής αγοράς, ή την σχέση μιας συνεργασίας προσώπων με το ανταγωνιστικό περιβάλλον των οργανωμένων επιχειρήσεων. Με αυτήν την έννοια και με την επιφύλαξη των αναγκαίων προσαρμογών αποτελεί ένα μοντέλο ανεξάρτητο κλίμακας.
Κάνοντας αναφορά στην ιστορική εμπειρία, θα χαρακτηρίζουμε κάθε μορφή κοινότητας παραγωγικής / διοικητικής αυτονομίας που λειτουργεί στην βάση της αυτοδιαχείρισης και προς όφελος των παραγωγών ως "δομή λαϊκής εξουσίας".


Δημιουργία δομών λαϊκής εξουσίας σε διαφορετικές κλίμακες

Αυτοαπασχόληση - μικρές επιχειρήσεις
Είναι γνωστό ότι η αυτοαπασχόληση από μόνη της, και πολύ περισσότερο οι "μικρές επιχειρήσεις", δεν χαρακτηρίζονται από κάποιες πολιτικά ανατρεπτικές ιδιότητες. Είναι όμως επίσης γνωστό ότι η επίθεση που δέχονται από την νεοφιλελεύθερη πολιτική τείνει να είναι ισχυρότερη ακόμη και αυτήν που δέχεται η μισθωτή εργασία. Η εξήγηση είναι απλή: στερούν πόρους και μερίδιο της αγοράς από την "ολοκληρωμένη" καπιταλιστική παραγωγή, παραβιάζοντας έτσι το τυπικό πεδίο επέκτασής της.
Η αυτοαπασχόληση και οι "μικρές επιχειρήσεις" συνιστούν έναν τομέα πρόσφορο για την δημιουργία δομών αυτοοργάνωσης παραγωγών: ο συλλογικός επαναορισμός του αντικειμένου, η δικτυακή οργάνωση και η συνδυαστική αξιοποίηση ατομικών υποδομών και δεξιοτήτων μπορεί να δημιουργήσουν εξαιρετικά "εύστοχες" και παραγωγικές δομές. Μέσα από αυτές μπορεί να ενεργοποιηθούν και να διεκδικήσουν όρους οικονομικής απελευθέρωσης οι "απόβλητοι" της καπιταλιστικής παραγωγής, με βάση την αξία της εργασίας τους και σε βάρος της οικονομίας της κερδοσκοπίας.
Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να αναζητηθούν θεσμοί ισότιμης δημοκρατικής διοίκησης και ιδιοποίησης της παραγόμενης αξίας. Επίσης να μελετηθούν μορφές δικτύωσης μεγαλύτερης κλίμακας (και χαλαρότερης δέσμευσης) κατά το πρότυπο της "οιονεί επιχείρησης" (virtual enterprise) και της "ομότιμης" (peer to peer) παραγωγής.

Βιοτεχνίες - μικρές εργοστασιακές μονάδες
Πρόκειται για άλλο ένα είδος θύματος της νεοφιλελεύθερης επίθεσης, με αντίστοιχη αυτοδιαχειριστική προοπτική. Η διαφορά είναι ότι εδώ υπάρχει βαρύτερη, μη ατομική παραγωγική υποδομή (χώρος - μηχανήματα) την οποία οι παραγωγοί πρέπει να ιδιοποιηθούν προκειμένου να στήσουν μια δομή αυτοοργάνωσης της παραγωγής. Συνήθως η δυνατότητα αυτή δίνεται σε περιπτώσεις εταιρειών που έχουν κλείσει και επομένως μονάδων που έχουν εγκαταλειφθεί από τους ιδιοκτήτες τους, ενώ υποψήφιοι παραγωγοί είναι οι άνεργοι πρώην εργαζόμενοι εκεί. Η ιδιοποίηση αυτής της υποδομής μπορεί να γίνει με διάφορους όρους που εξαρτώνται από πολιτικούς συσχετισμούς, νομικά καθεστώτα και προφανώς κινηματική δυναμική. Σχετικά παραδείγματα: ΒΙΟΜΕ, Ρομπέν του ξύλου.
Η επέκταση του φαινομένου της αδρανοποίησης τέτοιων μονάδων —ειδικά στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής— και η συνεπαγόμενη μαζικοποίηση της ανεργίας του εργατικού πληθυσμού κάνει την προοπτική της εργατικής αυτοδιαχείρισης ιδιαίτερα δελεαστική. Ενδείξεις για αυτό έρχονται από διαφορετικές πηγές.
Θα πρέπει να μελετηθεί η πλούσια διεθνής εμπειρία καταλήψεων και αυτοδιαχείρισης μικρών βιομηχανικών μονάδων, η προοπτική γενίκευσης τέτοιων εγχειρημάτων στην Ελλάδα, η δυνατότητα υποστήριξής τους σε αντικείμενα μηχανικού με στήσιμο σχετικών συνεργασιών, η δυνατότητα δικτύωσης της παραγωγής κατειλημμένων μονάδων και η μελέτη ολοκληρωμένων δικτύων παραγωγής-διάθεσης προϊόντων.

Υποδομές εθνικής κλίμακας
Αντίθετα με τις δυο προηγούμενες περιπτώσεις, η ιδιοποίηση δομών τέτοιας κλίμακας από τους παραγωγούς προϋποθέτει κεντρικά πολιτικά γεγονότα (ίσως η μοναδική σχετική εμπειρία είναι η περίπτωση της ΕΡΤ), ενώ η συνολική ιδιοποίησή και αυτοδιαχειριστική λειτουργία τους προς όφελος της εργατικής πλειοψηφίας προϋποθέτει προφανώς ανατροπή καθεστώτος σε εθνική κλίμακα. Η εφικτότητα ωστόσο μιας τέτοιας λειτουργίας κρίνεται από την ποιότητα του σχεδιασμού της και η τελευταία από το εύρος, τα χαρακτηριστικά και την οργάνωση του ανθρώπινου δυναμικού που πραγματοποιεί τον σχεδιασμό.
Ο κλάδος των μηχανικών διαθέτει μεγάλο μέρος της τεχνογνωσίας που απαιτείται για τον σχεδιασμό και θα μπορούσε να αναλάβει την πρωτοβουλία για την συγκρότηση ανοιχτών ομάδων μελέτης αξιοποίησης δημόσιου χώρου, ενεργειακής βιομηχανίας, δικτύων πληροφορικής κλπ. Οι ομάδες αυτές θα μπορούσε να πλαισιωθούν από επιστήμονες, διοικητικούς και εργαζόμενους στους αντίστοιχους τομείς, να αξιοποιήσουν υπάρχουσες έρευνες (πχ πανεπιστημιακές) και να προχωρήσουν σε  νέες. Παράλληλα, μπορεί να διερευνηθεί το μοντέλο του ευρείας κλίμακας "συμμετοχικού σχεδιασμού" ως εναλλακτική σε αυτόν των κεντρικών επιτελείων.
Σε ότι αφορά στην δημιουργία νέων αυτοδιαχειριζόμενων υποδομών κοινής ωφέλειας είναι σκόπιμο να υπάρξει επαφή με την κοινότητα των "Κοινών" (Commons), ώστε να αξιοποιηθεί το έργο που ήδη έχει πραγματοποιηθεί εκεί και να διερευνηθεί η δυνατότητα συντονισμού για την υλική υποστήριξη της εναλλακτικής.
Μέρος του σχεδιασμού του συστήματος της διαχείρισης - αξιοποίησης των υποδομών εθνικής κλίμακας αφορά στην χρηματοδότηση της παραγωγής και την διανομή του εθνικού προϊόντος. Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να ενταχθεί η προσπάθεια συγκρότησης ολοκληρωμένης πρότασης για ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα.

Κοινωνικά κινήματα
Από την άποψη της συγκρότησης δομών λαϊκής εξουσίας είναι σημαντική η εμπειρία υφιστάμενων πρωτοβουλιών κοινωνικής αυτενέργειας με αντικείμενο την παραγωγή, διανομή ή υπεράσπιση κοινωνικών πόρων, όπως δομές υποστήριξης προσφύγων, κοινωνικά ιατρεία, "χωρίς μεσάζοντες", κινήματα κατά των πλειστηριασμών κλπ.
Πέραν της συμμετοχής σε τέτοιες πρωτοβουλίες, αξίζει να μελετηθεί η δυνατότητα δικτύωσης τόσο μεταξύ τους όσο και με δομές των προηγούμενων κατηγοριών στην κατεύθυνση συγκρότησης ενός ολοκληρωμένου συστήματος.

Forum συγκρότησης της εναλλακτικής
Έχοντας συγκεντρώσει γνώσεις και εμπειρία από τις παραπάνω διαδικασίες συγκρότησης δομών λαϊκής εξουσίας, θα μπορούσαμε να επεξεργαστούμε θέσεις και να θέσουμε ερωτήματα σχετικά με την δυνατότητα ανατροπής της νεοφιλελεύθερης πολιτικής και συγκρότησης της εναλλακτικής σε εθνική κλίμακα. Έτσι θα διαμορφώναμε με έγκυρο τρόπο ένα πλαίσιο διαλόγου που θα μας επέτρεπε να συνδιοργανώσουμε με άλλες συλλογικότητες ένα forum στο οποίο θα μπορούσε να παρουσιαστούν και να συζητηθούν ισότιμα απόψεις και θέσεις που αυτήν την στιγμή —υπό το καθεστώς διάλυσης και πολυδιάσπασης του αντι-νεοφιλελεύθερου μετώπου— αποκλίνουν, περιχαρακώνονται σε κομματικά πλαίσια, θεωρητικοποιούνται και χάνουν την επαφή με τον εργατικό κόσμο στον οποίο απευθύνονται. Το forum θα μπορούσε να περιλαμβάνει ανοιχτές συζητήσεις και εκδηλώσεις στις οποίες θα προσκληθούν οικονομολόγοι, επώνυμα πρόσωπα από τον χώρο των κινημάτων ή της πολιτικής δράσης και εκπρόσωποι διατυπωμένων πολιτικών τάσεων που —ενδεχομένως από διαφορετικές ή και αντίθετες θέσεις— υποστηρίζουν την εφικτότητα αντι-νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Στόχος του forum θα είναι να φέρει σε επαφή τις θέσεις αυτές με τον δρώντα κόσμο της εργασίας, να τις αντιπαραβάλλει με την ενεργή κινηματική εμπειρία, να σπάσει τα μεταξύ τους στεγανά, να επιδιώξει συνθέσεις και να δώσει την ευκαιρία συγκρότησης μιας "από τα κάτω" συμμαχίας για την προώθηση της εναλλακτικής.


Δομές λαϊκής εξουσίας και κεντρική εξουσία

Ένα προφανές ερώτημα είναι: πως θα μπορούσε οι δομές λαϊκής εξουσίας —ακόμη και όντας οικονομικά βιώσιμες— να σταθούν μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον που ελέγχεται από την κεντρική εξουσία και τους μηχανισμούς καταστολής της. Η απάντηση είναι άμεσα συναρτημένη με το ζήτημα της κλίμακας.
Γνωρίζουμε ότι η κεντρική εξουσία, ακόμη στο πλαίσιο του νεοφιλελευθερισμού, όχι απλώς ανέχεται αλλά και υποστηρίζει συγκεκριμένους τύπους συνεταιριστικών δομών προσώπων, εντάσσοντας τέτοιες δομές σε κοινωνικά προγράμματα και διατεινόμενη ότι μέσω αυτών δίνεται μια "δημιουργική" λύση στην εκρηκτική και εντεινόμενη ανεργία. Το ειδικό νομικό πλαίσιο που έχει στηθεί για εγχειρήματα του είδους (ΚΟΙΝΣΕΠ κλπ) προβλέπει τις καταστατικές τους αρχές και επιχειρεί να διασφαλίσει ότι αυτά θα περιοριστούν στην "διαχείριση της φτώχειας", αμβλύνοντας (πραγματικά ή επικοινωνιακά) το οξύ φαινόμενο της ανεργίας, χωρίς να απειλούν μερίδια, πόρους και πεδίο δράσης της γενικότερης καπιταλιστικής οικονομίας και χωρίς τον κίνδυνο να αποτελέσουν πυρήνες μιας παράλληλης οικονομίας ή —πολύ περισσότερο— υποδείγματα πολιτικής - οικονομικής αυτοοργάνωσης των παραγωγών.
Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις δυνατότητες εκμετάλλευσης των κενών του παραπάνω νομικού πλαισίου προκειμένου να νομιμοποιηθούν μέσω αυτού σχήματα συνεργασίας με χαρακτηριστικά δομών λαϊκής εξουσίας, είναι σαφές ότι τέτοια σχήματα δεν έχουν λόγο να περιοριστούν στο συγκεκριμένο πλαίσιο: με ή χωρίς την συγκεκριμένη ή κάποια άλλη κατάλληλη νομική μορφή (ενδεχομένως απλώς με την μορφή άτυπης συνεργασίας προσώπων) και με πραγματικές οργανωτικές μορφές που υποστηρίζουν τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, μπορεί αρχικά να γίνουν ανεκτές ή να περάσουν απαρατήρητες από την κεντρική εξουσία.
Τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα καθώς ανεβαίνουμε κλίμακα: οι αυτοδιαχειριζόμενες βιοτεχνίες και μικρές βιομηχανικές μονάδες μπορεί εύκολα να βρεθούν στο στόχαστρο οικονομικού σαμποτάζ, δικαστικών διώξεων και τελικά αστυνομικής καταστολής από την πλευρά της κεντρικής εξουσίας, καθώς είναι μεγαλύτερη η οικονομική τους αξία, όπως και ο υποδειγματικός τους χαρακτήρας ως προς το ζήτημα της κατάληψης των μέσων παραγωγής από τους παραγωγούς. Έτσι η επιβίωσή τους εξαρτάται από την ανάπτυξη ενός κινήματος υποστήριξης ενσωματωμένου σε ένα γενικότερο ταξικό κίνημα που μπορεί να ενισχυθεί στις συνθήκες της κρίσης και να επηρεάσει τις πολιτικές επιλογές της κεντρικής εξουσίας.
Το πέρασμα σε ακόμη μεγαλύτερη κλίμακα δομών λαϊκής εξουσίας με την δικτύωση κατειλημμένων βιομηχανικών μονάδων και την διεκδίκηση εθνικών υποδομών είναι δυνατό μόνο σε συνδυασμό με ένα γενικότερο κοινωνικό ταξικό κίνημα αρκετά ισχυρό ώστε να αντιπαρατεθεί στο παρόν καθεστώς με όρους "δυικής εξουσίας", ενδεχομένως υπό την ανοχή ή και υποστήριξη μιας "φιλικής" κυβέρνησης που μπορεί να αναδυθεί στις συγκεκριμένες συνθήκες. Προφανώς αυτό σημαίνει προοπτική ανατροπής καθεστώτος σε εθνική κλίμακα. Δεν θα πρέπει να υπάρχει καμία αμφιβολία ότι σε μια τέτοια περίπτωση το παρόν καθεστώς, όπως αυτό ορίζεται από εγχώριες και υπερεθνικές δομές, δεν θα σεβαστεί ούτε αστικοδημοκρατικούς κανόνες ούτε διεθνείς συνθήκες: θα εξαπολύσει όλα τα μέσα καταστολής που διαθέτει, από το οικονομικό σαμποτάζ μέχρι την ένοπλη επέμβαση. Ο κόσμος της εργασίας θα πρέπει τότε να είναι έτοιμος να υπερασπιστεί τις κατακτήσεις του σε πολεμικές συνθήκες και να ελπίζει σε διεθνή γενίκευση της ανατροπής (φαινόμενο "ντόμινο") που θα του εξασφάλιζε συμμαχίες και ερείσματα.
Γενικά, η ανάπτυξη δομών λαϊκής εξουσίας από τις μικρότερες προς τις μεγαλύτερες κλίμακες θα πρέπει να συμβαδίζει και να αλληλεπιδρά με την ανάπτυξη ενός γενικότερου κοινωνικού ταξικού κινήματος με κεντρική πολιτική παρουσία και στόχευση, σε μια διαδικασία θετικής ανάδρασης. Σε κάθε φάση αυτής της ανάπτυξης το κίνημα οφείλει παράλληλα να αναπτύσσει τα μέσα αντιμετώπισης του επιπέδου καταστολής που το καθεστώς αντιπαρατάσσει στην συγκεκριμένη φάση. Η δυναμική αυτή θα του επιτρέψει να είναι έτοιμο για την τελική αναμέτρηση όταν τεθεί θέμα ανατροπής καθεστώτος.

(*) Ο Λευτέρης Βιριράκης είναι Δρ. Αρχιτέκτονας Μηχανικός ΕΜΠ και μέλος της Ανοικτής Συνέλευσης Μηχανικών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.