Σελίδες

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Οι ασύμμετρες επιπτώσεις του Δημογραφικού στη Βιομηχανία, του Πάνου Λώλου


Άρθρο του Πάνου Λώλου, μέλους του Δ.Σ της «Ελληνικής Παραγωγής – Συμβούλιο Βιομηχανιών για την Ανάπτυξη», από την Έντυπη Έκδοση της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ.



Η ​​οικονομική κρίση των τελευταίων ετών επέτρεψε να προβληθεί περισσότερο μια εξόχως σημαντική πτυχή των εθνικών μας θεμάτων που σχετίζεται με τον δημογραφικό παράγοντα. Δεδομένα όπως η συνεχής αύξηση του προσδόκιμου ζωής, σε συνδυασμό με την υπογεννητικότητα και την αναστροφή της πληθυσμιακής πυραμίδας όπως τη γνωρίζαμε μέχρι και τη δεκαετία του ’80, απέκτησαν ιδιαίτερη σημασία υπό το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής που έπρεπε να επιτευχθεί. Η μετανάστευση ανθρωπίνου δυναμικού στο εξωτερικό επιτείνει το πρόβλημα περαιτέρω. Το ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό σύστημα της χώρας επηρεάζονται δραματικά από τις παραπάνω εξελίξεις, ενώ οι μελλοντικές προβολές των δημογραφικών δεδομένων προεξοφλούν χαμηλές εισροές και κατά συνέπεια χαμηλές παροχές.


Τα δημογραφικά αυτά δεδομένα είναι ήδη γνωστά εδώ και σχεδόν τρεις δεκαετίες, όσο δηλαδή απαιτείται για να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα ανατροπής των μελλοντικών τάσεων, χωρίς αυτό να έχει γίνει ποτέ συγκροτημένα και αποτελεσματικά. Αποτελεί συνεπώς επιβλαβή παράβλεψη η έλλειψη άμεσης συσχέτισης των δεδομένων αυτών με την κατανάλωση στη χώρα μας και πολύ περισσότερο με την παραγωγή καταναλωτικών ή βιομηχανικών προϊόντων.

Η βιομηχανική παραγωγή, και πολύ περισσότερο οι επενδύσεις, βασίζεται στις εκτιμήσεις μελλοντικών μεγεθών, τα οποία δεν μπορεί παρά να μην είναι και τοπικά, ιδιαίτερα στα αρχικά στάδια της και ακόμη περισσότερο όταν η εγχώρια αγορά είναι μικρή ή μειονεκτεί γεωγραφικά. Η εγχώρια αγορά προσφέρει την κρίσιμη μάζα που ευνοεί την αύξηση της παραγωγής και τη βελτίωση του ανά μονάδα κόστους, που θα επιτρέψει περαιτέρω ανταγωνιστικότητα στο διεθνές περιβάλλον. Συνήθως, προσφέρει και καλύτερη κερδοφορία λόγω της καθετοποίησης της εφοδιαστικής αλυσίδας από την παραγωγή στη διανομή. Οι ελληνικές μεταποιητικές επιχειρήσεις που δεν επέδειξαν ικανοποιητικό εξαγωγικό προσανατολισμό επηρεάστηκαν δυσανάλογα σε σχέση με εκείνες που πέτυχαν τη διεθνοποίηση των δραστηριοτήτων τους πριν από την εκδήλωση της κρίσης, η οποία στην πραγματικότητα έγινε σταδιακά ορατή από το 2005 και μετά.

Η απώλεια πωλήσεων, που αγγίζουν το 80% στην ελληνική αγορά, ήταν ιδιαίτερα αισθητή στον κατασκευαστικό κλάδο και με δεδομένο ότι η οικοδομή είναι η μητέρα της οικονομίας ως η αρχαιοτέρα των τεχνών, οι επιπτώσεις σε βασικούς τομείς της ελληνικής μεταποίησης ήταν εξαιρετικά δυσμενείς. Αυτό αποκτά ακόμη μεγαλύτερη διάσταση εάν συνδεθεί με την περαιτέρω δημογραφική συρρίκνωση, που επιφέρει χαμηλότερη ζήτηση λόγω μικρότερης ανάγκης για στέγαση νέων οικογενειών, επιπρόσθετα του πλεονάσματος αδιάθετων κατοικιών που ήδη υφίσταται.

Η έλλειψη τραπεζικής ρευστότητας και τα μειωμένα εισοδήματα που μπορούν να δικαιολογήσουν τον δανεισμό για λόγους στεγαστικής πίστεως κάνουν την κατάσταση περισσότερο ζοφερή και όχι ικανή να αλλάξει ριζικά λόγω του αυξημένου συγκυριακά ενδιαφέροντος ξένων για απόκτηση κατοικίας στη χώρα μας. Τέλος, ο τουρισμός, που υπόκειται δυστυχώς στην εποχικότητα και είναι μεταβαλλόμενος με βάση τις διεθνείς περιστάσεις, δεν αρκεί, καίτοι εντυπωσιακά αυξημένος, για να αντισταθμίσει συνολικά την απώλεια ζήτησης που επιφέρει η μείωση της εγχώριας ζήτησης για εισοδηματικούς, πιστωτικούς και κυρίως δημογραφικούς λόγους.

Τα νέα δημογραφικά δεδομένα έχουν επηρεάσει, πέραν της ζήτησης για προϊόντα, και την προσφορά ανθρωπίνου δυναμικού ικανού να αντεπεξέλθει στις διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Μια μεγάλη, και κρίσιμη από πλευράς προσόντων, μερίδα των νέων μηχανικών ειδικοτήτων αιχμής εξακολουθεί να μεταναστεύει στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερες προοπτικές, κάτι που στερεί από την ελληνική οικονομία νέα στελέχη με δυνατότητες εξέλιξης.

Αντίστοιχα, το εργατικό δυναμικό γηράσκει ηλικιακά χωρίς να διαθέτει τα κατάλληλα εφόδια που απαιτούνται για τη σύγχρονη τεχνολογικά μεταποίηση και την ακόμη πιο εξελιγμένη που έρχεται στο πλαίσιο της νέας εποχής. Επιπρόσθετα, η πρακτική εμπειρία αποδεικνύει ότι, πέραν των αυστηροτέρων κριτηρίων επιλογής προσωπικού, οι τεχνολογικά προηγμένες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα στη βιομηχανία, χρειάζεται να επενδύσουν σε βάθος χρόνου για την ανάπτυξη του προσωπικού τους και μάλιστα έχοντας αρχικά επενδύσει σε μεγαλύτερο αριθμό ανθρωπίνου δυναμικού σε σχέση με αυτό που, τελικά, θα καταλήξει να καταστεί κατάλληλο για τις δραστηριότητές τους.

Η δημογραφική εξέλιξη που υφίσταται, και ακόμη περισσότερη αυτή που επέρχεται, είναι ασύμμετρη απειλή για μια χώρα που φιλοδοξεί να αυξήσει τη συνεισφορά της βιομηχανίας στο ΑΕΠ στο πλαίσιο εθνικών και υπερεθνικών στόχων. Η Ελλάδα για ποικίλους εγγενείς και γεωστρατηγικούς λόγους δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη δημογραφική υστέρηση με μετανάστευση αντίστοιχη με αυτή που συνέβη σε άλλες χώρες της Ευρώπης στις μεταπολεμικές δεκαετίες.

Το δημογραφικό μας πρόβλημα είναι ευρύτερο και πολύ σοβαρότερο, άρρηκτα συνδεδεμένο με την έλλειψη πρόνοιας σε μια περίοδο δραματικής μείωσης της απασχόλησης και των αποδοχών. Η ανθρώπινη φύση, όμως, είναι τέτοια που αντιδρά θετικά στα κίνητρα και εκεί πρέπει να αναζητηθεί η λύση στο δημογραφικό, που καταλήγει να είναι πρόβλημα προσφοράς και ζήτησης προϊόντων και ανθρωπίνου δυναμικού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.