Το άρθρο ‘Τρόποι φυσικής αναγέννησης της χλωρίδας με σεβασμό στους μηχανισμούς ισορροπίας του οικοσυστήματος’ του Κωνσταντίνου Σπανού δημοσιεύτηκε αρχικά στο DASARXEIO.COM. Ο Δρ. Κωνσταντίνος Σπανός είναι Διευθυντής Ερευνών στο Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών.
Μέτρα για την αποκατάσταση των καμένων δασών
Οι δασικές πυρκαγιές είναι συχνό φαινόμενο που επηρεάζει την εξέλιξη και τη δυναμική των μεσογειακών δασών. Με βάση τη μακρόχρονη εμπειρία του ερευνητή-δασολόγου σε θέματα προστασίας της δασικής βιοποικιλότητας, προστασίας των φυσικών πόρων και αποκατάστασης των φυσικών οικοσυστημάτων, οι ακόλουθες προτάσεις/μέτρα προτείνονται για την ορθολογική διαχείριση των καμένων εκτάσεων.
Στα καμένα δάση που δεν υπάρχει οικονομικά εμπορεύσιμο ξύλο (π.χ. πλατύφυλλα) ή όταν πρόκειται προστατευόμενη φυσική περιοχή (π.χ. εθνικός δρυμός):
Καμία επέμβαση δεν πρέπει να γίνεται τουλάχιστον για μία πενταετία, μέχρι την εγκατάσταση της πρώτης φυσικής αναγέννησης (κυρίως από αείφυλλα πλατύφυλλα, χαλέπιο/τραχεία πεύκη ή και μαύρη πεύκη) και τη δημιουργία του προδάσους.
Στα καμένα δάση που υπάρχει οικονομικά εμπορεύσιμο ξύλο:
- Οι υλοτομίες και η απομάκρυνση των κορμών συνιστάται να γίνονται σε μικρές κλίσεις του εδάφους (0%-25%), αλλά πάντα θα πρέπει να διατηρούνται αρκετά δέντρα (νεκρά ή ζωντανά) που θα λειτουργούν ως σπορείς.
- Στις μέτριες κλίσεις εδάφους (25%-50%) μπορεί να γίνεται απομάκρυνση από 30% μέχρι 50% των ιστάμενων καμένων δέντρων (ανάλογα με τον βαθμό διάβρωσης του εδάφους).
- Στις μεγάλες κλίσεις εδάφους (>50%) δεν πρέπει να γίνεται καμία επέμβαση, τουλάχιστον για μία πενταετία, μέχρι εγκατάστασης της φυσικής αναγέννησης (κυρίως από αείφυλλα πλατύφυλλα, χαλέπιο, τραχεία ή και μαύρη πεύκη).
- Κάποια μικρά και ελαφρά έργα (πέτρινα και ξύλινα φράγματα, κλαδοπλέγματα, κορμοδέματα, κορμοφράγματα) μπορούν να γίνονται σε όλες τις κατηγορίες κλίσεων εδάφους, για προστασία των ρεμάτων και των λεκανών απορροής από τη διάβρωση και προστασία των κατάντη περιοχών από τις πλημμύρες.
Γενικά (εκτός ειδικών περιπτώσεων π.χ. ασταθή και χαλαρά εδάφη ή ολισθησιγενή εδάφη), συνιστούνται μεγάλα και ογκώδη τεχνικά έργα (π.χ. τσιμεντένια φράγματα), τα οποία απαιτούν μεγάλο κόστος, αλλά και αλλοιώνουν το φυσικό τοπίο.
Οι λόγοι για τους οποίους προτείνονται τα αναφερόμενα μέτρα – προτάσεις είναι οι εξής:
- Όπως είναι γνωστό, η τοπογραφική διαμόρφωση και οι κλίσεις των εδαφών στις ζώνες εξάπλωσης των μεσογειακών κωνοφόρων (π.χ. χαλεπίου και τραχείας πεύκης, μαύρης πεύκης και ελάτης) ευνοούν τη διάβρωση και τις κατολισθήσεις.
- H διατήρηση της καμένης δασικής βλάστησης (ιστάμενα δέντρα) μπορεί να συνεισφέρει θετικά στην προστασία ενάντια σε ισχυρές και μέτρια ισχυρές βροχοπτώσεις (μείωση της δυναμικής ενέργειας της βροχής, αύξηση της υδατοσυγκράτησης, μείωση της επιφανειακής απορροής) , επιπλέον αυξάνει τον χρόνο σήψης του κορμού και των ριζών και συνεπώς προστατεύει τα εδάφη από τη διάβρωση και τις πλημμυρικές παροχές.
- Οι σπόροι που παραμένουν (στα κουκουνάρια – ειδικά της χαλεπίου και τραχείας πεύκης) στα ιστάμενα δέντρα και στα κατακείμενα κλαδιά παραμένουν ζωντανοί για τουλάχιστον 1-2 χρόνια και με τη σταδιακή πτώση τους και διασπορά εξασφαλίζουν καλύτερη και σχετικά ομοιόμορφη αναγέννηση και επιπλέον συμβάλλουν σημαντικά στη διατήρηση της γενετικής ποικιλότητας των συστάδων (καλύτερη κατανομή συγγενών απογόνων).
- H σχετική μείωση των μεγάλων θερμοκρασιών (λόγω της σκίασης των καμένων δέντρων – έστω και ελάχιστης) κατά τη διάρκεια της θερινής περιόδου, η προστασία από τη διάβρωση, η διατήρηση του δασικού χούμου και ο σχετικός εμπλουτισμός του δασικού εδάφους με τέφρα (ανόργανα στοιχεία) είναι παράγοντες που μπορούν να ευνοήσουν την εγκατάσταση φυλλοβόλων και αείφυλλων θάμνων (π.χ. πουρνάρι, αριά, φυλίκι, ρούδι, κράταιγος, σχοίνος, κουμαριά) και φυλλοβόλων δέντρων (π.χ. δρυς, κουτσουπιά, φράξος, αγριοαχλαδιά, σφενδάμι).
- Η διατήρηση και παραμονή της νεκρής δασικής βλάστησης αυξάνει το ποσοστό του νεκρού ξύλου, το οποίο μπορεί να συμβάλει θετικά (επιστημονικά αποδεκτό) στην αύξηση της δασικής βιοποικιλότητας (τροφή ή ενδιαίτημα για διάφορα έντομα, μύκητες, πουλιά, μικρά θηλαστικά).
- Η διατήρηση της καμένης δασικής βλάστησης (ιστάμενα δέντρα) λειτουργεί ως προστατευτική ασπίδα (προσωρινό προδάσος) και βοηθά στην εγκατάσταση της πρώτης φυσικής αναγέννησης.
Πρόγραμμα αναδάσωσης:
- Στα καμένα πευκοδάση, η αναδάσωση με χαλέπιο/τραχεία πεύκη γενικά δεν ενδείκνυται για τον λόγο ότι θα υπάρξει έντονη φυσική αναγέννηση και κάλυψη εντός της πενταετίας (επιστημονικά αποδεκτό).
- Αναδάσωση με χαλέπιο/τραχεία πεύκη (ή και θαλασσία πεύκη σε υγρές θέσεις) συνιστάται μόνο στην περίπτωση που κάηκαν δάση με αείφυλλα πλατύφυλλα και όπου δεν υπάρχουν τα είδη αυτά πεύκης για να ενεργήσουν ως σπορείς. Η αναδάσωση (στην περίπτωση αυτή) έχει σκοπό τη δημιουργία υψηλού δάσους και θα πρέπει να γίνεται κατά θέσεις και σε διάσπαρτες ομάδες, χωρίς να απομακρύνεται η φυσική βλάστηση, για να διατηρείται το σύνολο της βιοποικιλότητας. H δημιουργία υψηλού δάσους μπορεί να έχει τον ρόλο του προδάσους ή του τελικού δάσους ανάλογα με τις εδαφοκλιματικές συνθήκες και τον σκοπό της διαχείρισης (λειτουργίες που θα εξυπηρετεί).
- Αναδάσωση με μαύρη πεύκη συνιστάται σε επιλεγμένες θέσεις (σχετικά μεγαλύτερο υψόμετρο – στη ζώνη της δρυός ή της ελάτης), εκεί όπου δεν υπάρχει φυσική αναγέννηση ή και σε μείξη (κατά θέσεις) με αυτή.
- Αναδάσωση με ελάτη δεν ενδείκνυται σε γυμνό έδαφος (μεγάλη πιθανότητα αποτυχίας – >80%), τουλάχιστον την πρώτη δεκαετία, γιατί όπως είναι γνωστό η ελάτη στο στάδιο της αναγέννησης (νεαρό στάδιο) απαιτεί προστασία από τη μητρική συστάδα (ελάτης) ή του προδάσους (πεύκα). Μετά την παρέλευση της πρώτης δεκαετίας και τη δημιουργία του προδάσους (συνήθως από πεύκα) μπορεί να γίνει αναδάσωση με ελάτη (και εναλλακτικά με κέδρους – Cedrus spp.) σε επιλεγμένες θέσεις (βόρειες εκθέσεις ή εκθέσεις με αυξημένη υγρασία εδάφους αέρα).
- Τέλος συνιστάται -εφόσον υπάρχουν διαθέσιμες πιστώσεις- η αναδάσωση (φύτευση ή σπορά), κυρίως μείξη (20%30%), με ξηρανθεκτικά πλατύφυλλα (π.χ. Quercus pubescens, Q. coccifera, Q. macrolepis, Fraxinus ornus, Robinia pseudoacacia, Olea oleaster, Cercis siliquastrum, Ceratonia siliqua Celtis australis, Acer spp., Pyrus ssp.) και σε υγρές θέσεις/ρέματα με υγρόφιλα είδη (π.χ. Platanus orientalis, Populus alba, Populus nigra, Salix spp, Ulmus spp., Ρrunus spp., Fraxinus angustifolia, Juglans regia, Quercus ilex, Laurus nobilis, Liquidambar orientalis, Nerium oleander). Ωστόσο, σε σχετικά καλές ποιότητες τόπου και σε δάση που εξυπηρετούν αισθητικούς αναψυχικούς σκοπούς (περιαστικά και παραλιακά δάση), συνιστάται και τεχνητή φύτευση (κατά θέσεις, όχι γραμμικά, χωρίς ισχυρές επεμβάσεις, όχι διατάραξη του εδαφογεωλογικού υποστρώματος) και μείξη με άλλα κωνοφόρα (ιθαγενή ή δοκιμασμένα ξενικά), όπως η κουκουναριά (Pinus pinea), η θαλασσία πεύκη (Pinus maritima), το κυπαρίσσι (Cupressus sempervirens) (διάφορες μορφές) ο Κέδρος (Cedrus spp.).
- Τέλος, τα διάσπαρτα διάκενα που ενδεχομένως θα παραμείνουν μέσα στις φυσικά αναγεννώμενες εκτάσεις μπορούν να συνεισφέρουν στην ενίσχυση της βιοποικιλότητας (ενδημικά – σπάνια – απειλούμενα ποώδη φυτά, μανιτάρια, ενδιαιτήματα θηλαστικών και πτηνών), στην ποικιλότητα του τοπίου, στην άσκηση ελαφρών δραστηριοτήτων αναψυχής ή τέλος στη δημιουργία και εγκατάσταση υποδομών πυροπροστασίας (π.χ. μικρές αντιπυρικές ζώνες, δεξαμενές νερού, παρατηρητήρια, μετεωρολογικοί σταθμοί, σταθμοί λήψης ψηφιακών δεδομένων).
Οι προτάσεις αυτές συνιστάται να εμπεριέχονται (μέτρα αποκατάστασης) στις σχετικές τεχνικές μελέτες (αναδάσωσης – αποκατάστασης – προστασίας) που συντάσσουν οι αρμόδιες τοπικές δασικές ή άλλες δημόσιες υπηρεσίες και οι τοπικοί δήμοι και κοινότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.