Τιμώντας την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή, το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ζωντανεύουν το χρονικό της ιστορικής περιόδου μέσα από την έκθεση «Μικρά Ασία: Λάμψη - Καταστροφή - Ξεριζωμός - Δημιουργία».
Η γόνιμη περίοδος της πολυπολιτισμικότητας και έπειτα ο τραγικός Σεπτέμβρης του 1922: η υποχώρηση του ελληνικού στρατού, η Μεγάλη Ιδέα που χάθηκε μαζί με τη Σμύρνη, οι σπαρακτικές αφηγήσεις των αμάχων, το τραύμα του ξεριζωμού και η νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες. Οι πρώτες μέρες στην Ελλάδα, σκληρές και μαρτυρικές: αυτοσχέδιοι καταυλισμοί, δημόσια κτίρια και σχολεία που μετατράπηκαν σε νοσοκομεία, άνθρωποι και ευκατάστατες οικογένειες που βρέθηκαν, από τη μια μέρα στην άλλη, στον δρόμο.
Φέτος διανύουμε ένα έτος συναισθηματικά φορτισμένο λόγω των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Τιμώντας αυτήν την επέτειο, το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών ζωντανεύουν το χρονικό της ιστορικής περιόδου μέσα από την έκθεση «Μικρά Ασία: Λάμψη - Καταστροφή - Ξεριζωμός - Δημιουργία».
Η ακμή του ελληνισμού πριν από τους διωγμούς, η δραματικής περίοδος 1919-1923 και η εγκατάσταση και ενσωμάτωση των προσφύγων στην Ελλάδα θα ζωντανέψουν μέσα από περισσότερα από 1.100 εκθέματα και πάνω από 500 φωτογραφίες. Η έκθεση παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη στην οδό Πειραιώς 138, άνοιξε για το κοινό την Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022 και θα διαρκέσει έως την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023.
Την επιμέλεια της έκθεσης και των δύο εκδόσεων που τη συνοδεύουν έχει η ιστορικός τέχνης Εβίτα Αράπογλου, σε στενή συνεργασία με τον διευθυντή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών και ακαδημαϊκό Πασχάλη Κιτρομηλίδη, και τους ερευνητές του Κέντρου, τον επιστημονικό διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη, Γιώργη Μαγγίνη, τους επιμελητές του μουσείου καθώς και πολλούς ακόμη επιστημονικούς συνεργάτες.
Όλα ήταν σχεδόν έτοιμα όταν επισκέφθηκα τους χώρους του μουσείου. Εκεί με περίμενε η κ. Αράπογλου για να με ξεναγήσει σε διάφορα γεγονότα-σταθμούς που σημάδεψαν την ιστορία του ελληνισμού. Το ταξίδι ξεκινά ως μια βιωματική εμπειρία, αφού ο επισκέπτης, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, βρίσκεται πάνω σε ένα πλοίο έτοιμος για αποβίβαση στην προκυμαία της Σμύρνης.
«Η πρώτη ενότητα επικεντρώνεται στη λάμψη του ελληνισμού της Μικράς Ασίας· ξεκινά από την Ιωνία και τα δυτικά παράλια και προχωρά στην Καππαδοκία και τις νότιες επαρχίες. Έπειτα συνεχίζει διασχίζοντας τον Πόντο, για να επιστρέψει προς δυσμάς, γύρω από την Κωνσταντινούπολη και να καταλήξει στην Ανατολική Θράκη. Όπως θα δείτε, έχουμε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στα προσωπικά κειμήλια αλλά και στα δάνεια από δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές, ενώ η συγκέντρωσή τους από τόσες διαφορετικές πηγές ήταν ένα εγχείρημα δύσκολο και σύνθετο», λέει η κ. κ. Αράπογλου.
Την εποχή της ακμής διαδέχεται η περίοδος των διωγμών, του τέλους του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και των συνθηκών, η περίοδος της ελληνικής απόβασης και της μικρασιατικής εκστρατείας, η Καταστροφή του 1922, καθώς και η έξοδος των προσφύγων. Η τρίτη και τελευταία ενότητα της έκθεσης εστιάζει στην εγκατάσταση και στην ενσωμάτωση των εκπατρισμένων στην Ελλάδα, καθώς και στην επίδραση που η παρουσία τους είχε σε πολλούς τομείς της ελληνικής κοινωνίας. Τέλος, τμήμα του επιλόγου της έκθεσης είναι αφιερωμένο στην ίδρυση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών το 1930 από τη Μέλπω και τον Οκτάβιο Μερλιέ.
Σκοπός της έκθεσης είναι να προσφέρει μια πλήρη ιστοριογραφική αφήγηση. Όση ώρα περπατώ ανάμεσα στα εκθέματα, αισθάνομαι σαν να κρατώ ένα νήμα το οποίο με οδηγεί, μέσα από ένα σπάνιο αρχειακό υλικό και σημαντικά τεκμήρια, σε γνωστές αλλά και αθέατες όψεις του ελληνισμού της Μικράς Ασίας.
«Στόχος μας είναι ο επισκέπτης να θυμηθεί, να μάθει και να αναστοχαστεί, γι’ αυτό, όπως είδατε, τομείς όπως η παιδεία, η οικονομία, η πολιτική, η κοινωνία και ο ρόλος της Εκκλησίας εντάσσονται στον κύριο άξονα της έκθεσης», επισημαίνει η κ. Αράπογλου, η οποία έχει ρίζες στη Μικρά Ασία από την πλευρά της γιαγιάς της, που ήρθε στην Ελλάδα το 1922 μαζί με τον παππού της, τον οποίο δεν γνώρισε ποτέ. «Η γενιά εκείνη προτιμούσε τη σιωπή. Δύσκολα μιλούσαν για όλα όσα έζησαν. Όταν ο επισκέπτης φτάσει στο τέλος της έκθεσης, θα δει πρόσωπα της τέταρτης γενιάς να εξιστορούν τις δικές τους μνήμες αλλά και όλα όσα τους συνδέουν με τους προγόνους τους», προσθέτει.
Πράγματι, το χρονικό της έκθεσης περιγράφεται μέσα από έργα τέχνης, εικόνες, εκκλησιαστικά, πολεμικά και προσωπικά κειμήλια, ενδυμασίες, κοσμήματα, χειροτεχνήματα, χάρτες, φωτογραφίες, αρχειακό και κινηματογραφικό υλικό, εφημερίδες, επιστολές, κάρτες και πολλά άλλα τεκμήρια. Αποσπάσματα από προσωπικές μαρτυρίες συμπληρώνουν την αφήγηση, ζωντανεύοντας τις εικόνες και τα αντικείμενα.
«Κάθε τμήμα της συγκεκριμένης έκθεσης και κάθε προθήκη θα μπορούσε να αποτελέσει την αφορμή για μια ξεχωριστή παρουσίαση, αλλά πιστεύουμε πως καταφέραμε να πλαισιώσουμε τη διήγηση της έκθεσης με αρκετά και αντιπροσωπευτικά τεκμήρια», υποστηρίζει η κ. Αράπογλου και τονίζει ότι παρά τις δυσκολίες της πανδημίας (η έκθεση προετοιμάζεται εδώ και τέσσερα χρόνια), η ανταπόκριση όλων στην πρόσκληση συμμετοχής και συνεργασίας ήταν άκρως συγκινητική.
Αναμφίβολα, πρόκειται για μια έκθεση που λειτουργεί ως ένα χρήσιμο εκπαιδευτικό εργαλείο και φέρνει στο φως τις κομβικές στιγμές που διαμόρφωσαν την ελληνική κοινωνία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.
Mέσω του πλούσιου εκθεσιακού υλικού ρίχνεται φως σε όλα όσα προηγήθηκαν, στην εθνική τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής και στα γεγονότα που ακολούθησαν. Μια συγκινητική περιήγηση σε εποχές ακμής και καταστροφής, σε τραυματικές εμπειρίες και προσωπικές μαρτυρίες, σε τόπους, πρόσωπα και γεγονότα που εμπλουτίζουν και συνθέτουν την τοιχογραφία των εκατό χρόνων της μικρασιατικής μνήμης.
Φεύγοντας, το βλέμμα μου στέκεται στα λόγια μιας μαρτυρίας του στρατιώτη Χρήστου Καραγιάννη: «Αποβιβάστηκα και πάτησα το πόδι μου σε ελληνικό χώμα. Στην αποβάθρα λίγοι ήταν οι άνδρες, πολλές περισσότερες οι γυναίκες. Μητέρες που μας κοίταζαν έναν-έναν για να δουν μήπως είχαν έρθει τα παιδιά τους. Όλες έκλαιγαν, όλες ρωτούσαν “μήπως, λεβέντη μου, γνώρισες κατά τύχη τον γιο μου, που ονομάζεται έτσι;”. Η απάντηση όλων και η απάντηση η δική μου ήταν πάντα η ίδια, μονότονη: “Έρχομαι. Έρχονται όλοι”».
Φωτογραφία: Καθηγητές του Κολλεγίου Ανατόλια στη Μερζιφούντα του Πόντου, 1914. Οι εννέα που σημειώνονται με «Χ» δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια των διωγμών. Αρχείο Κολλεγίου Ανατόλια
Περισσότερο φωτογραφικό υλικό στην πηγή: LIFO , Γιάννης Πανταζόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.