Το Μεταξουργείο, ή για άλλους η
συνοικία του Κεραμικού, τα τελευταία χρόνια βρίσκεται στο προσκήνιο πολύ
αξιόλογων δράσεων ανάπτυξης και από τη μεριά της επίσημης πολιτείας και φορέων
αλλά και από την πλευρά της αυτόνομης ή και αυθόρμητης πρωτοβουλίας κατοίκων,
επαγγελματιών, θαμώνων ή συλλογικοτήτων - σε αντίθεση με το γειτονικό
υποβαθμισμένο Γκάζι της μαζικοποίησης.
Προφανώς όλοι διακρίνουν τη
προνομιακότητα του τόπου αυτού, λόγω της θέσης του σε σχέση με το αθηναϊκό
κέντρο αλλά των οροσήμων μακράς ιστορίας που είναι εγγεγραμμένα στην περιοχή.
Τα παραπάνω προσελκύει επιπλέον το ελευθεριακό ύφος της περιοχής, τα χαμηλά
ενοίκια, η ομαλή και γόνιμη πολυπολιτισμική συνύπαρξη. Ταυτόχρονα όμως είναι
αισθητή και η μυρωδιά της κοινωνικής κατάπτωσης και ανομίας που την απείλησε
και στην οποία αντιστέκεται στοχεύοντας σε υγιέστερη αστική εξέλιξη.
Οι προτάσεις είναι πολλές, μετρούν
σημαντικές επιτυχίες και προοιωνίζουν καλό μέλλον.
Η Ζωγραφιά Γιακουβάκη είναι
Κοινωνιολόγος και είναι εθελόντρια στην ανθρωπιστική οργάνωση Fair Planet στην ιστοσελίδα της οποίας
δημοσιεύθηκε το παρόν άρθρο.
της Ζωγραφιάς Γιακουβάκη (*)
“ Έτσι φτιάχνεις τον κήπο σου εσύ αντί να
περιμένεις κάποιον να σου φέρει λουλούδια” Χόρχε Λουί Μπόρχες
Πρόσφατη επίσκεψη κεντρική πλατεία του
Μεταξουργείου, την πλατεία Λέοντα Αυδή (ενοποιημένη πλέον με την πλατεία
Δουρούτη) με αφορμή υπαίθρια προβολή ταινίας πολιτικοκοινωνικής κριτικής αλλά
αρκετά ελαφριάς και κατάλληλης για καλοκαιρινό βράδυ μας θύμισε για άλλη μία
φορά τη σημασία του κέντρου – απόκεντρου της πόλης, που συμμετέχει λειτουργικά
στην καθημερινή αστική ζωή αλλά και τη διασπά, την αναζωογονεί και την
επανασυνέχει. Μία συνοικία που στο παρελθόν συγκέντρωνε το πολύβουο πλήθος των
λαϊκών στρωμάτων και των πρακτικών χρήσεων, αλλά είχε κατρακυλήσει τις τελευταίες
δεκαετίες στην κοινωνική αποσύνθεση και ανομία. Σήμερα όμως και πάλι
διεκδικεί την ανάκαμψη και εξυγίανσή της
και ταυτόχρονα την πολιτιστική της παρουσία, όχι με θορυβώδη τρόπο αλλά σταθερά
και επίμονα, με την αξιοποίηση του υπάρχοντος δυναμικού σε κτίρια, δημόσιους
χώρους και τη συμμετοχή των νέων και παλιών κατοίκων, με ήπιες παρεμβάσεις, και
με χαρακτηριστική καταγραφή των εξελίξεων και των ανατροπών σε όλους αυτούς
τους τομείς.
Η ευρύχωρη πλατεία Αυδή ξαφνιάζει
χαρακτηριστικά με το αίσθημα της φιλικότητας, της άνεσης στο χώρο και στη
διάθεση που σε προδιαθέτει με θετικό τρόπο να επικοινωνήσεις, να χαλαρώσεις και
να δημιουργήσεις. Χωρίς κοσμοσυρροή, ολημερίς είναι ζωντανή με τις επισκέψεις
των επισκεπτών όσο και των κατοίκων. Η προβολή που παρακολουθήσαμε κι εμείς
παρέα με το ανάμικτο πλήθος γειτόνων και θαμώνων, λάμβανε χώρα στο εσωτερικό (το
πίσω μέρος σήμερα, και ανοικτό προς την πλατεία) του πάλαι ποτέ εργοστασίου
επεξεργασίας μεταξιού της «Σηριακής Εταιρείας της Ελλάδος – Αθ. Δουρούτης &
Σία» που παρά τον σχετικά βραχύ βίο του με αυτή την ιδιότητα (αργότερα εμπορικού
κέντρου και κατοικιών, νοσοκομείου και φρουραρχείου του ΕΛΑΣ) αποτέλεσε το
ορόσημο και έδωσε την ονομασία στην περιοχή. Σήμερα το κτίριο αυτό επί των οδών
Λεωνίδου και Μυλλέρου, χωρισμένο σε δύο γειτονικά τμήματα μετά τη διάνοιξη των μικρότερων
οδών Γιατράκου και Γερμανικού, στεγάζει τη Δημοτική Πινακοθήκη της Αθήνας, με μόνιμη
συλλογή, περιοδικές εκθέσεις και τακτικές δωρεάν ξεναγήσεις, εντάσσοντας με
έναν ισχυρό, θεσμικό, τρόπο το Μεταξουργείο στον πολιτιστικό χάρτη της Αθήνας.
Αποστρέφοντας το βλέμμα από τα ογκώδη
μαζικά διασκεδαστήρια στην πλευρά του γειτονικού Γκαζιού, συνεχίζοντας να
μιλάμε για την αναπλαστική παρέμβαση της πολιτείας στην περιοχή τα τελευταία
χρόνια, και ξεκινώντας από την Ιερά Οδό στη συμβολή της με την Μεγάλου
Αλεξάνδρου, καλαίσθητα αλλά και εμβληματικά συναντά το κοινό της η Ταινιοθήκη
της Ελλάδος στο κτίριο του ανακαινισμένου κινηματογράφου «Λαΐς», όπου
στεγάστηκε μετά την πυρκαγιά στην μόνιμη ως τότε έδρα της στην οδό Κανάρη στο
Κολωνάκι. Στον κτίριο συνυπάρχουν θερινός κινηματογράφος στην ταράτσα,
κινηματογραφικό μουσείο, συχνά πολιτιστικές εκδηλώσεις, αφιερώματα και φεστιβάλ
και αποτελεί από καιρό σημείο αναφοράς των κινηματογραφόφιλων.
Αντιλαμβανόμαστε πως η Πολιτεία, ο
Δήμος, δράττοντας κάποιες ευκαιρίες διαθέσιμων προς αναπαλαίωση και χρήση
κτιρίων και δημόσιων χώρων προσπάθησαν, όπως διατυπώθηκε με την κήρυξή του
Μεταξουργείου με Προεδρικό Διάταγμα του 1998 ως «περιοχή υπό ανάπλαση», να
αποτρέψουν την περεταίρω υποβάθμιση της περιοχής, την εγκατάλειψη στη φθορά και
τον κοινωνικό αποκλεισμό που είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του ’80 με την
αναχώρηση πολλών παλαιότερων κατοίκων για τα προάστια, εξίσου και αρκετών
επαγγελματιών, και την σταθεροποίηση στην περιοχή κάθε είδους παραβατικότητας. Σήμερα,
με τις εκσυγχρονιστικές και σωστικές παρεμβάσεις της πολιτείας και με την
αυθόρμητη δράση της κοινωνίας που στην περίπτωση αυτή αποδεικνύεται ενεργή και
παρούσα, από τον άξονα Ιεράς Οδού έως την Πλατεία Καραϊσκάκη, χωρίς απαραίτητα
δηλαδή την επέκταση στα πραγματικά όρια της συνοικίας, και ανάμεσα στους
σχετικά πρόσφατης δημιουργίας σταθμούς του Μετρό (σταθμός Κεραμεικός και
σταθμός Μεταξουργείο) μπορούμε να συναντήσουμε στους δρόμους και τις γειτονιές
πολλή ζωντάνια και πνεύμα δημιουργίας.
Η γειτνίαση των καλαίσθητα
αναπαλαιωμένων διατηρητέων κτιρίων με επιχειρήσεις και κατοικίες και με
ποικίλες αρχιτεκτονικές, όχι απαραίτητα αξιόλογες, συχνά αυτές που
ανταποκρίνονται μόνο στην ανάγκη για στέγαση και εργασία, στη συγκεκριμένη
συνοικία δημιουργεί, αντί για δυσαρέσκεια, την αίσθηση της ελευθερίας και της
πρωτοτυπίας, και ειδικά εφόσον τα κτίρια διατηρούν το ανθρώπινο μέτρο, είναι στην
πλειοψηφία τους χαμηλής, φιλικής κλίμακας (έχει διατηρηθεί ο χαμηλός συντελεστής
δόμησης) και υπάρχουν αρκετές δεντροστοιχίες. Ειδικά στα οικοδομικά τετράγωνα
όπου επικεντρώνουμε (μεταξύ οδού Πειραιώς, Ιεράς Οδού και των γραμμών τρένου
της Κωνσταντινουπόλεως) η σχετικά καλή
ρυμοτομία, οι πεζόδρομοι με τις λωρίδες πράσινου, οι ελαφρές επαγγελματικές
οχλήσεις, διατηρούν μία αίσθηση φροντίδας και ηρεμίας. Η μικτή χρήση της περιοχής
από αποθήκες, συνεργεία, χονδρικό και λιανικό εμπόριο, άλλα μικρομάγαζα, καταστήματα
εστίασης και αναψυχής, αλλά και κατοικίες ποικίλου ύφους, δημιουργεί πραγματικά
την αίσθηση διαταξικότητας και κοινότητας. Αυτό το γεγονός περιλαμβάνει και την
ομαλή πολυεθνική συνύπαρξη που έχει πολυετή ιστορία με την εγκατάσταση στην
ευρύτερη περιοχή αρχικά σημαντικού πληθυσμού από την μουσουλμανική κοινότητα. Πιο
πρόσφατα προστέθηκαν επόμενα φύλα μεταναστών, βαλκάνιων, αιγυπτίων και σύρων
έως πολυάριθμων κινέζων και των μαγαζιών τους που συγκροτούν σήμερα την
ελληνική «Τσάινατάουν» – συνδεδεμένων όμως επί το πλείστον με τον αστικό και
κοινωνικό ιστό, δημιουργώντας έτσι ένα μίγμα όχι λιγότερο συνεκτικό απ’ ότι
άλλες πιο ομοιογενείς περιοχές, και αποτρέποντας την γκετοποίηση.
Το κτιριακό απόθεμα στην συνοικία είχε
παλαιώσει, μαζί με την παραγωγική δράση είχε εγκαταλειφθεί και απαξιωθεί, είχε αφεθεί
εν πολλοίς στην κατάρρευση ή στη χρήση από την συρρέουσα παραβατικότητα και το
κοινωνικό περιθώριο. Επιπλέον η συνεχής ανεύρεση αρχαιολογικών λειψάνων και τα
μικρά οικόπεδα είχαν αποθαρρύνει παλαιότερα την εκ νέου οικοδόμηση με
πολυκατοικίες με το σύστημα της αντιπαροχής. Μεγάλες εγκαταλελειμμένες πρώην
βιομηχανικές ή βιοτεχνικές εγκαταστάσεις αποτέλεσαν τα ελκυστικά και διαθέσιμα κελύφη
μικρού κόστους για τις νέες χρήσεις και παραγωγές. Στη διαμόρφωση του νέου
προφίλ της συνοικίας που περιγράφουμε συνετέλεσαν καθοριστικά η εγγύτητα με το
κέντρο της Αθήνας που συγκεντρώνει κοινωνικά γεγονότα και υπηρεσίες, οι
συγκοινωνιακές διευκολύνσεις, τα χαμηλά ενοίκια, η κινητικότητα ανθρώπων και
ιδεών, η ελευθεριακότητα που εκπήγασε στο πνεύμα σε σχέση με τα ανελαστικά και
αποστειρωμένα προάστια όπου σταδιακά μετακόμισε η μεσαία τάξη, όπως και στο
εξωτερικό συνέβη αντίστοιχα. Αυτά ήταν η πρώτη ύλη για τη συρροή των ανθρώπων
της διανόησης, της προοδευτικότητας, της καλλιτεχνικής έκφρασης, του πειραματισμού
και της καινοτομίας.
Ο «εξευγενισμός» (gentrification) του
Μεταξουργείου, παράλληλα με τις εκ των άνω ζωτικές επεμβάσεις που προαναφέρθηκαν,
όπως και με τις απαραίτητες στην τοποθεσία σημειακές αρχαιολογικές έρευνες, συντελείται
τα τελευταία χρόνια σε μεγάλο βαθμό από τις αναδυόμενες πρωτοποριακές και
ποιοτικές καλλιτεχνικές ροές. Στην κατεύθυνση προς Ομόνοια, σε όλο το μήκος των
οδών Κεραμεικού, Λεωνίδου, Μεγάλου Αλεξάνδρου, Παραμυθιάς, στις καθέτους
Μυλλέρου, Θερμοπυλών, Σαλαμίνος, Πλαταιών, Μυκάλης, σε μικρά στενά και
πεζοδρόμους, οι συσπειρωμένες εστίες τέχνης και δημιουργικού ενδιαφέροντος
είναι μεν μικρού μεγέθους, πολυάριθμες δε - ανάμικτες με κακόφημα στέκια και
πλήθος οίκων ανοχής που διατηρούνται από παλαιότερα. Προπομποί υπήρξαν οι θεατρικές σκηνές, κι
έπειτα άλλες δημιουργικές επιχειρήσεις: γκαλερί, εκθεσιακοί χώροι, πολυχώροι,
εργαστήρια χορού, ζωγραφικής, κοσμήματος, σχεδίασης ρούχων, ψηφιακού
σχεδιασμού, αρχιτεκτονικής, εικαστικών και εκδόσεις. Το κοινό και τα μέλη τους
φιλοξενούν ευάριθμα «εναλλακτικά» μπάρ, καφενεία. Και οι τοίχοι μιλούν με
πολυάριθμες ζωγραφιστές εικόνες (street graffiti) , γιατί ξέρουν ότι έχουν κοινό για να τους
διαβάσει.
Αντιλαμβανόμαστε ότι δημιουργείται μία
νέα επιχειρηματικότητα και επενδύσεις –με φρέσκες ιδέες και μικρότερο budget- για την
πρωτοποριακή και πειραματική παραγωγή. Το νεαρό της ηλικίας του κόσμου που επισκέπτεται
ή και εγκαθίσταται τα τελευταία χρόνια στην περιοχή και το υψηλό πολιτιστικό
του κεφάλαιο (μόρφωση και πολιτισμικές παραστάσεις) αποτελούν τα υλικά για τη
νέα δημιουργική τάξη που γεννιέται. Υψηλά εισοδήματα και μεγάλη κατανάλωση
μπορεί να μην υφίστανται σήμερα, τουλάχιστον στην πλειοψηφία, έχουν όμως αυτά
νωρίτερα επενδυθεί μορφωτικά, εμπειρικά, έχουν δοκιμαστεί έτσι ώστε να έχει
απομυθοποιηθεί η μοναδικότητα του αξιακού τους αποτελέσματος. Αξία
νοηματοδότησης των δράσεων αναλαμβάνει σήμερα περισσότερο από άλλοτε, και μαζί
με την πνευματική εγρήγορση και ευρύτητα, η προσωπική συμβολή, η επινοητικότητα, ο
αυθορμητισμός, η αντισυμβατικότητα, η αλληλεγγύη και η συλλογική δουλειά για να
δοθούν οι εκάστοτε λύσεις και νέες προτάσεις.
Είναι εργώδης η προσπάθεια των νέων δημιουργών
που συνεταιρίζονται, χωρίς χρηματοδοτήσεις, χωρίς την αναμονή γενναιόδωρων ευκαιριών
ανάδειξης, αλλά με πρωτοβουλία, προσωπικές δυνάμεις, πειραματισμό, προβληματισμό,
σίγουρα και με τραύματα, για να κατακτήσουν τον δικό τους χώρο. Πολύ συχνά ο
συνασπισμός ανθρώπων και ιδεών οδηγεί στην (οικονομικότερη) πολλαπλότητα: καφενεία
(με χαμηλές τιμές και λιτή κουζίνα) διαθέτουν τους τοίχους τους για έκθεση
έργων ζωγράφων, φωτογράφων, άλλων εικαστικών δημιουργών, ή π.χ. το υπόγειο για
τις πρόβες συγκροτημάτων. Πολυχώροι στεγάζουν παράλληλες θεατρικές σκηνές αλλά
κι εκθέσεις. Αμφότερα είναι τα οφέλη και ανταποδοτικά, και ενσωματώνουν την do it yourself κουλτούρα των συλλογικοτήτων. Οι ώρες χαλάρωσης
και διασκέδασης αποτελούν στιγμή επανεξέτασης της πραγματικότητας, ξανά
αγκαλιάσματός της, βίωσης του σήμερα μαζί με τον άλλο και με στόχο το γονιμότερο
αύριο. Δημοφιλές παράδειγμα δράσης των αποδεδειγμένα ενεργών κατοίκων της
συνοικίας αποτελεί το φημισμένο πλέον Καρναβάλι του Μεταξουργείου που
διοργανώθηκε για πρώτη φορά από το δημοφιλές μπλογκ metaxourgeio.wordpress.com, γιορτή καλλιτεχνικής υφής και απόλυτα
συμμετοχική για τους παροικούντες και τους επισκέπτες, αλλά όχι για σπόνσορες,
που μετράει κάποια χρόνια ζωής (από το 2010), ενεργοποιεί και επευφημεί το
συμβολικό και ανθρώπινο κεφάλαιο της περιοχής.
Παρόλο που οι γειτονιές αυτές είχαν
ενταχθεί στο σχέδιο πόλης από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα, οι φορείς της
Πολιτείας δεν είχαν ασχοληθεί μέχρι πρόσφατα με την αστική ανάπτυξή τους. Με
τις παραπάνω περιγραφές παρουσιάζεται ένας ουσιώδης τρόπος επαναλειτούργησης
του κέντρου της Αθήνας, σε ένα βαθμό συντελεσμένος. Έχοντας διασχίσει την οδό Λεωνίδου προς
Ομόνοια, το πρωτοποριακό Θέατρο Άττις του παγκοσμίου φήμης και σεβασμού Θ.
Τερζόπουλου στο γνωστό αγαπημένο νεοκλασικό αλλά και στο νέο χώρο του απέναντι υπενθυμίζουν
τη διαρκή επιτυχή ανταπόκριση στη ζωή από έναν τόπο μεταιχμιακό, που αν τον
προσέξεις θα στο ανταποδώσει, όχι με κραυγαλέα αποτελέσματα ταχείας κατανάλωσης,
ούτε με «ασφαλή» επανάληψη και στασιμότητα, αλλά με νέα γονιμότητα, λαϊκό ύφος
αλλά και πρωτοπορία.
Στο Μεταξουργείο ξεκίνησε μα δεν
πρόλαβε να ολοκληρωθεί μια καταστροφική πορεία προσφοράς μαζικής διασκέδασης,
οργιώδους οικοδόμησης πανάκριβων καταλυμάτων, εμπορικότητας, ισοπέδωσης
κουλτούρας και αισθητικής. Η κρίση, όπως αποτυπώνεται σε κάθε
κοινωνικοοικονομικό τομέα, απέτρεψε την οικιστική ανανέωση και την ανοικοδόμηση
γενικά. Στο ίδιο ανέκαθεν συνέβαλε και η
αρχαιολογική σημασία της περιοχής (ζώνη Δημοσίου Σήματος – χώρος ταφικών
μνημείων επιφανών ανδρών και πεσόντων πολέμου της αρχαίας πόλης της Αθήνας) με
έλεγχο των εκσκαφών και της οικοδόμησης. Τα παραπάνω περιοριστικά γεγονότα προφύλαξαν
τη συνοικία από μία κατωφέρεια όπως του Γκαζιού και τον εκχυδαϊσμό που αρκετοί
ονομάζουν «ανάπτυξη» (μονοδιάστατη εγκατάσταση καταστημάτων υγειονομικού
ενδιαφέροντος, αλλαγή χρήσεων γης με κοινωνική και αισθητική υποβάθμιση, πιεστική
απομάκρυνση κατοίκων, έλλειψη υποδομών, υπηρεσιών, καθαριότητας, ασφάλειας,
μικροεπιχειρήσεων). Ούτε βίωσε την εκδίωξη των μεταναστών ή των
μικροεισοδηματιών προς όφελος των νέων επενδυτών και των πλουσίων «με καλές
προθέσεις». Ως τώρα έχουν πραγματοποιηθεί μόνο ελεγχόμενες ιδιωτικές προτάσεις
επέμβασης σε συνεργασία με τον Δήμο Αθηναίων. Συγκροτήματα μοντέρνων και
πολυτελών κατοικιών εμφανίστηκαν για νέους κατοίκους με απαιτητική διαβίωση,
όμως δεν τα κατάφεραν εξίσου οι επόμενοι μιμητές, όπως μαρτυρούν εγκαταλελειμμένες
πρόσφατα θεμελιωμένες οικοδομές από εταιρίες που ενδιαφέρθηκαν για την ανάπτυξη
αγοράς και δημιουργίας νέων ακινήτων στην περιοχή. Κατά συνέπεια τα ενοίκια δεν
έφτασαν σε δυσπρόσιτα ύψη για την πλειοψηφία των κατοίκων και των νέων
επαγγελματιών.
Η κοινωνία μας έπρεπε να αντιμετωπίσει τα νεοαναδυόμενα προβλήματα για
τα οποία φυσικά δεν ήταν προετοιμασμένη. Χωρίς να έχει ζήσει το απόλυτο κενό ευτυχώς ως τώρα, εξελίσσεται
μέσα από τις προκλήσεις σε μία δυναμική σχέση μαζί τους. Σ’αυτή τη
μεταβλητότητα του κέντρου της Αθήνας έπρεπε να αλλάξουν οι παραμέτροι. Και η
στροφή έγινε εν πολλοίς αυθόρμητα προς την πλευρά του συμβολικού και συλλογικού
κεφαλαίου της περιοχής και των ανθρώπων της, με προσδοκώμενο την επιστροφή της υγιούς
επιχειρηματικότητας και της κατοικίας σε μια περιοχή κατεξοχήν ενεργή, παραγωγική
και δραστήρια, με στόχευση την ήπια ανάπτυξη, με υποδομές για το περιβάλλον και
την ποιότητα ζωής ώστε να αναστραφεί ο μαρασμός.
Σήμερα, μαζί με την κορυφαίας
αναγκαιότητας αστική ανάπτυξη για την οποία υπήρξε ως τώρα ανεπαρκής σχεδιασμός,
είναι αυτονόητο ότι πρέπει να ενεργοποιηθεί ειδικά ο τομέας ανάδειξης της
πολιτιστικής κληρονομιάς, στον οποίο το Μεταξουργείο έχει προνομιακότητα και
είναι συμβατός με το πνεύμα του τόπου. Η κομβική θέση του Δημοσίου Σήματος σε
άμεση σύνδεση με τον πανάρχαιο άξονα της Ιεράς Οδού, τον αρχαιολογικό χώρο του
Κεραμεικού και της Ακαδημίας Πλάτωνος, καθώς επίσης με το υπόλοιπο ιστορικό και
εμπορικό αθηναϊκό κέντρο, άμεσα κατευθύνει σε μία διαδρομή ιστορικής μνήμης και
σε υπηρεσίες πολιτιστικού τουρισμού. Σε αυτό το πλάνο δεν εξαιρούνται τα
νεώτερα μνημεία, όπως των κοντινών βιομηχανικών εγκαταστάσεων (Τεχνόπολις,
εργοστάσιο Φωταερίου) και του λαϊκού και αστικού πολιτισμού (αρχιτεκτονική
λαϊκή ή αστική νεοκλασική, παραδοσιακά επαγγέλματα και εργαστήρια, λαϊκά οινομαγειρεία,
τουρκική ή άλλη εθνική κουζίνα).
Είναι πολύτιμη για την Αθήνα η συνύπαρξη
και η πύκνωση των δεσμών των διαφόρων ιστορικών, πολιτιστικών και των δημόσιων
χώρων της, του σίγουρου εθνικού κεφαλαίου, ξεκινώντας από τα αρχαιολογικά
ευρήματα και τόπους έως τη πρόσφατη ελληνική καλλιτεχνική παραγωγή στη Δημοτική
Πινακοθήκη και στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας, παράλληλα με τις αβανγκάρντ
προτάσεις στις θεατρικές και άλλες σκηνές, στις καλλιτεχνικές συσπειρώσεις και τις
αρτίστικες παρεμβάσεις στις γειτονιές. Για τους κατοίκους της πόλης είναι
ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και χρήσιμη η παρακολούθηση της πολεοδομικής και κοινωνικής εξέλιξης της πόλης τους, εμφανούς
ποικιλότροπα στο ιστορικό κέντρο, και η ενεργός συμβίωση μαζί της. Για όλους,
Αθηναίους και επισκέπτες, είναι απαραίτητη η ενίσχυση της κουλτούρας της
κεντρικότητας που μπορεί και πρέπει να χαρακτηρίζει περιοχές σαν το
Μεταξουργείο ώστε να γκρεμιστεί τελικά η εγκατάλειψη στην ψυχή των πρωτεύουσας και
να δημιουργηθούν ευρύτερα θετικές προοπτικές για την ζωή στην καθημερινότητα και
για την οικονομία.
(*) Η Ζωγραφιά Γιακουβάκη είναι κοινωνιολόγος και αντιπρόεδρος της Fair
Planet
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.