Σάββατο 11 Απριλίου 2020

Πέθανε ο σημαντικός συγγραφέας και ακτιβιστής Περικλής Κοροβέσης


Έφυγε από τη ζωή ο συγγραφέας και ακτιβιστής Περικλής Κοροβέσης σε ηλικία 79 ετών.
Το πρώτο και πιο γνωστό του βιβλίο είναι οι Ανθρωποφύλακες (1969), όπου περιγράφονται τα βασανιστήρια στα οποία προέβαινε η Χούντα των Συνταγματαρχών και η προσωπική του εμπειρία.



Ο Περικλής Κοροβέσης γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1941 στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας. Σπούδασε Θέατρο με τον Δημήτρη Ροντήρη, σημειολογία με τον Ρολάν Μπαρτ και παρακολούθησε μαθήματα των Πιερ Βιντάλ-Νακέ, Μαρσέλ Ντετιέν, Κορνήλιου Καστοριάδη και άλλων στο Παρίσι. Από μικρή ηλικία μετείχε στο μαχητικό δημοκρατικό κίνημα της αριστεράς. Φυλακίστηκε και εξορίστηκε επί Χούντας.

Το πρώτο και πιο γνωστό του βιβλίο είναι οι Ανθρωποφύλακες (1969), όπου περιγράφονται τα βασανιστήρια στα οποία προέβαινε η Χούντα των Συνταγματαρχών και η προσωπική του εμπειρία. Αρχικά κυκλοφόρησε κρυφά, αλλά αργότερα μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.
Έκτοτε έχει δημοσιεύσει και άλλα βιβλία, όπως Αριστερή Ανακύκλωση, Παράπλευρες καθημερινές απώλειες, Γυναίκες ευσεβείς του πάθους, Η πολιτική βία είναι πάντοτε φασιστική, Στο κέντρο του περιθωρίου. Εκτός από πεζά, έχει συγγράψει και θεατρικά (πχ. Tango Bar), αλλά και παιδικά έργα.
Το 1998 εκλέχθηκε δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων, με τον συνδυασμό του Λέοντα Αυδή (ΚΚΕ). Ο Περικλής Κοροβέσης υπήρξε βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα το 2007 εκλέχθηκε στην Α΄περιφέρεια Αθηνών. Μετείχε στη Διαρκή Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής και ήταν μέλος της Διπλωματικής Αντιπροσωπείας για τη φιλία και συνεργασία με τα κοινοβούλια της Γεωργίας, Νότιας Αφρικής και Σουηδίας. Το 2009 αποχώρησε από το κόμμα.

Απόσπασμα από τους «Ανθρωποφύλακες»
Με συνεφέρανε με νερά. Ο Γκραβαρίτης, πάνω απ’ το κεφάλι μου, με ρωτάει αν είμαι εντάξει. Τι να πω;
“Εντάξει”.
Ακόμη δεμένος στον πάγκο. Είχα γίνει ένα με τον πάγκο. Μια μύγα που πιάστηκε στα σαρκοβόρα φυτά. Αυτές τις στιγμές δεν υπάρχεις. Ο Γκραβαρίτης με ρωτάει αν μ’ άρεσε. Το ένα μου πόδι έχει σπάσει, λέει, δεν θα γλιτώσω τη γάγγραινα αν συνεχίσω έτσι. Να σώσω τουλάχιστον το άλλο, που είναι γερό ακόμη.
“Τί με κοιτάς, ρε πούστη; Θα μιλήσεις, ρε πούστη;”
Ξανά. Επενεργούσε πάνω μου μια ακατάληπτη δύναμη. Δεν είναι πόνος. Ο πόνος είναι κάτι που ορίζεται. Αυτό είναι ένα αίσθημα εκμηδενισμού. Προσπαθούσα να καταλάβω σε ποιο σημείο χτυπάει. Ήταν αδύνατο. Από πού έρχεται αυτό το πράγμα; Τον έβλεπα τον Γκραβαρίτη, έβλεπα το λοστάρι, που ανεβοκατέβαινε στα πέλματα, αλλά πέλματα δεν υπήρχανε. Περιμένεις, περιμένεις, και κάποιο ένστικτο σου λέει: “Φτάνει πια, αρκετά. Ξέφυγε, μπορείς να ξεφύγεις. Αρκετά πια!” Αυτό το αίσθημα είναι πολύ έντονο. Κυριαρχεί πάνω από τον φάλαγγα. Αισθάνεσαι σε μια στιγμή πως είναι πολύ φυσικό. Έτσι πρέπει να γίνει. Θέλεις να ξεφύγεις. Το βλέπεις πως δεν θα μπορέσεις να αντισταθείς. Τότε φοβάσαι ακόμη περισσότερο. Έπειτα έρχεται μια ντροπή. Αυτά τα αισθήματα διαδέχονται το ένα το άλλο. Αλλά δεν γίνονται μέσα σε μια τάξη. Βρίσκεσαι στο κέντρο της δίνης. Είναι εκπληκτικό! Μπορεί κανείς να σκέφτεται κι εκείνη την ώρα. Μπορείς να θυμηθείς κάτι, να βάλεις το μυαλό σου να θυμηθεί πως λέγεται ο τρίτος δρόμος μετά το σπίτι σου. Μπορείς να θυμάσαι πόσα τηλεφωνικά νούμερα ξέρεις απ’ έξω. Η νέα σου εμπειρία σ’ απομακρύνει. Το πελέκημα συνεχίζεται. Παρ’ το απόφαση, δεν υπάρχει έλεος. Είναι αυτοί κι εμείς. Εμείς; Ποιοι εμείς; Δεν ξέρεις. Ξέρεις ένα πράγμα, σίγουρο, καθαρό. Όχι, μ’ αυτούς δεν υπάρχει γέφυρα. Ανήκουμε σ’ άλλον πολιτισμό.

Πηγή: ELCULTURE.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.