Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Ομότιμη Παραγωγή Γνωσιακών Αγαθών: μια ευκαιρία για τον καιρό της Πανδημίας;


Ένα μικρό, προς το παρόν, κίνημα «εργατών της γνώσης» έχουν δημιουργήσει ήδη έναν καινούργιο τρόπο παραγωγής της. Ονομάζεται «ομότιμη παραγωγή», στα πλαίσια των «ψηφιακών κοινοτήτων», και είναι μία βιώσιμη εναλλακτική στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής της γνώσης. Αν και ακόμα βρίσκεται στα πρώτα βήματά της, η ομότιμη παραγωγή έχει σαφή χαρακτηριστικά ισότητας και αυτονομίας. Οι ομάδες ακτιβιστών της ομότιμης παραγωγής και των εργαζομένων στις τεχνολογίες της πληροφορίας και των επικοινωνιών συμμετέχουν, επίσης, ενεργά στα σημερινά κινήματα διαμαρτυρίας, λειτουργώντας καταλυτικά στη σύνδεση της ομότιμης παραγωγής με τα κινήματα αμφισβήτησης του ίδιου του καπιταλισμού.
 



Και στην περίοδο της παρούσας υγειονομικής κρίσης, όπου και οι μισθωτοί «εργάτες της γνώσης» δεν μπορούν να βρίσκονται στον χώρο εργασίας τους και πιθανά να έμειναν και αυτοί άνεργοι, είναι ευκαιρία να αυτοοργανώσουν την εργασία και την έρευνά τους στα πλαίσια τέτοιων υπαρχόντων «ψηφιακών κοινοτήτων, ομότιμης παραγωγής», είτε να δημιουργήσουν άμεσα νέες τέτοιες.

Τι είναι η ομότιμη παραγωγή;

Σύμφωνα με τον Jakob Rigi, καθηγητή στο πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης: Στα πλαίσια της ομότιμης παραγωγής, παράγονται αγαθά με συλλογικό τρόπο μέσω της εθελοντικής συμμετοχής σε ένα σύστημα παραγωγής που είναι αποκεντρωμένο και βασισμένο σε δίκτυα. Οι εθελοντές επιλέγουν τις εργασίες που θα εκτελέσουν, το ποσό του χρόνου που ξοδεύουν για τη συλλογική παραγωγή καθώς και τον τόπο και τον χρόνο της παραγωγικής τους δραστηριότητας. Όσον αφορά τη διανομή, οποιοσδήποτε στον κόσμο μπορεί να χρησιμοποιεί τα προϊόντα δωρεάν σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες και ανεξάρτητα από τη συνεισφορά του[1].
Δύο καθοριστικά γεγονότα της ομότιμης παραγωγής ήταν: 1) η εφεύρεση της γενικής δημόσιας άδειας και του ελεύθερου λογισμικού από τον Richard Stallman το 1984 και 2) η εφεύρεση του συστήματος της εθελοντικής συλλογικής συνεργασίας online από τον Linus Torvalds το 1991.
Από πάντα ο κάθε επιστήμονας βασιζόταν και συνέχιζε τα επιτεύγματα των προηγουμένων, αλλά η συλλογική αυτή διάσταση της επιστήμης και της γνώσης δεν εκφράσθηκε και στο νομικό πλαίσιο. Αντίθετα, εμπορευματοποιήθηκε και μπήκε σε καθεστώς ατομικής ή εταιρικής πνευματικής ιδιοκτησίας. Καθώς η γνώση είχε γίνει το σημαντικότερο εργαλείο επιβολής του πληροφοριακού καπιταλισμού, διαμορφώθηκε σταδιακά ένα αυστηρό καθεστώς πνευματικών δικαιωμάτων.
Ο συνδυασμός όμως της γενικής δημόσιας άδειας με τον τρόπο συνεργασίας του Linux αποτελεί την ουσία του ομότιμου τρόπου παραγωγής.
Το χρήμα δεν παίζει κανένα ρόλο στο εσωτερικό σύστημα της ομότιμης παραγωγής, αν και εξακολουθεί να ασκεί πίεση σε αυτό. Οι παραγωγικές δυνάμεις αυτού του συστήματος, όπως το διατυπώνει ο Jakob Rigi, «δίνουν έμφαση στην άτυπη δικτύωση και την ευελιξία, και χαρακτηρίζονται από το ότι η τεχνολογία επενεργεί στις πληροφορίες και οι πληροφορίες επενεργούν στην τεχνολογία, καθώς και από την ενσωμάτωση διάφορων τεχνολογιών όπως η μικροηλεκτρονική, οι τηλεπικοινωνίες, η οπτικοηλεκτρονική και οι υπολογιστές σε ένα μεγαλύτερο σύστημα. Αξίζει να τονίσουμε ότι οι ίδιοι οι εργάτες της γνώσης είναι σημαντικό στοιχείο ή το πιο σημαντικό στοιχείο των παραγωγικών δυνάμεων του πληροφοριακού τεχνολογικού υποδείγματος.
Η κεντρική φύση των πληροφοριών/γνώσεων και η δομή του δικτύου αντικρούουν εγγενώς τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. Η λογική του δικτύου απαιτεί ότι η γνώση που παράγεται σε κάθε κόμβο ενός παγκόσμια ολοκληρωμένου δικτύου θα πρέπει να ρέει ελεύθερα και οριζόντια προς όλες τις κατευθύνσεις σε όλους τους άλλους κόμβους.
Η γνώση είναι μη ανταγωνιστικό αγαθό και μπορεί να αναπαραχθεί χωρίς επιπλέον κόστος. Είναι επίσης καθολική, καθώς το ίδιο αντικείμενο της γνώσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί ταυτόχρονα από όλους σε αυτόν τον πλανήτη».
Από την άλλη, το σύνολο των πιθανών δεσμών του διαδικτύου υπερβαίνει κατά πολύ το υποσύνολό του, που είναι οι δεσμοί των παγκόσμιων δικτύων κεφαλαίου. Το κεφάλαιο διαθέτει -για τις ανάγκες ροής γνώσης/κεφαλαίου και συσσώρευσής του- στην ουσία ένα επιλεγμένο υποδιαδίκτυο. Σε αυτό το υποδιαδίκτυο η ροή της γνώσης φυσικά δεν είναι ελεύθερη. Υπόκειται στον ανταγωνισμό των εταιρειών, κρυπτογραφείται και είναι στη διάθεση μόνο μικρού αριθμού σχεδιαστών και μηχανικών των αντίστοιχων εταιρειών. Και μπορεί να μεταφερθεί από τον ένα κόμβο στον άλλον μόνο μέσω της αγοράς και ανταλλαγής χρήματος και, άρα, υπάρχει μια μορφή περίφραξης.
Αντίθετα, η κοινωνική οργάνωση της γνωστικής ομότιμης παραγωγής, που εγκαινίασε το Linux, είναι ένα πρακτικό παράδειγμα δικτύου συνεργασίας. Άλλο παράδειγμα είναι η Wikipedia. Το μοντέλο μπορεί να εφαρμοστεί σε οποιαδήποτε μορφή παραγωγής γνώσης, καθώς και στην υλική παραγωγή μέσω αυτοματισμού.
Όπως το διατυπώνουν οι Michel Bauwens & Vasilis Kostakis, στο βιβλίο τους υπό τον τίτλο Peer-to-Peer: The Commons Manifesto[2]:
Η ομοτιμία έχει τέσσερις πτυχές:
1. είναι ένα είδος κοινωνικών σχέσεων μέσα σε δίκτυα ανθρώπων,
2. είναι, εκτός των άλλων, μια τεχνολογική υποδομή που καθιστά δυνατή τη γενίκευση και την κλιμάκωση αυτών των σχέσεων,
3. επιτρέπει έναν νέο τρόπο παραγωγής και ανταλλαγής,
4. ευνοεί τη δυνατότητα μετάβασης σε μια οικονομία που μπορεί να είναι παραγωγική προς τους ανθρώπους και τη φύση.
«Η ομοτιμία ιδανικά περιγράφει συστήματα στα οποία κάθε άνθρωπος μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία και τη διατήρηση ενός κοινού πόρου, ενώ παράλληλα επωφελείται από αυτόν. Τα συστήματα αυτά ποικίλουν: από την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια Βικιπαίδεια, τα έργα ελεύθερου/ανοιχτού λογισμικού ή τις κοινότητες ανοιχτού σχεδίου και υλικού έως τις πρωτοβουλίες επανατοπικοποίησης ή τις κοινότητες με δικό τους νόμισμα».
Με συναινετικές συνδέσεις μεταξύ των χρηστών δημιουργούνται ομότιμα συστήματα υπολογιστών, τα οποία μπορούν και αλληλεπιδρούν, ανταλλάσσουν και διαμοιράζονται αρχεία Peer-to-Peer (P2P). Πίσω από αυτούς τους υπολογιστές βρίσκονται άνθρωποι-χρήστες, που διαθέτουν ένα τεχνολογικό εργαλείο το οποίο τους επιτρέπει να αλληλεπιδρούν, να συνεργάζονται εύκολα και σε παγκόσμια κλίμακα και να δημιουργούν αξία μέσω διαμοιρασμού των πόρων. Έτσι η ομότιμη παραγωγή είναι ένας τρόπος συσχετισμού ο οποίος επιτρέπει σε οργανωμένους σε δίκτυα ανθρώπους να συνεργάζονται, να παράγουν και να ανταλλάσσουν αξία. Το σύστημα της ομοτιμίας είναι ανοιχτό σε όλες τις συνεισφορές και μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένας τρόπος διανομής των πόρων με αμοιβαιότητα μεταξύ των ατόμων και των κοινών τους πόρων. Για παράδειγμα, μπορεί κανείς να αναπτύξει δικό του λογισμικό, το οποίο βασίζεται σε υπάρχον κομμάτι λογισμικού που διανέμεται π.χ. με την άδεια GNU (General Public), με τον όρο όμως ότι το τελικό προϊόν του θα είναι διαθέσιμο κάτω από την ίδια άδεια.

Η «ομοτιμία» και τα «ψηφιακά ΚΟΙΝΑ»
Η ομοτιμία δεν αναφέρεται βέβαια μόνο στον ψηφιακό κόσμο και την υψηλή τεχνολογία. Είναι γενικά συνώνυμο της κοινοκτημοσύνης (commoning), γιατί περιγράφει την ικανότητα να συμβάλλουμε στη δημιουργία και τη συντήρηση κάθε κοινόχρηστου πόρου, των λεγόμενων Κοινών».
«Η ομοτιμία κινείται αναμφισβήτητα από την περιφέρεια του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος προς τον πυρήνα του, και γι’ αυτό μετασχηματίζει πληθώρα σχέσεων όπως οι δυναμικές της αγοράς, του κράτους και της αμοιβαιότητας. Αυτές οι δυναμικές γίνονται περισσότερο αποδοτικές και αποκτούν πλεονεκτήματα αξιοποιώντας τα κοινά. Οι ομότιμες σχέσεις μπορούν να κλιμακωθούν αποτελεσματικά, κυρίως λόγω της εξέλιξης των διαδικτυακών τεχνολογιών. Αυτό σημαίνει πως οι δυναμικές μικρών ομάδων μπορούν τώρα να εφαρμοστούν και σε παγκόσμια κλίμακα».
Στο σημερινό στάδιο, η διαδικασία ομότιμης παραγωγής θα πρέπει να αντιμετωπισθεί σαν προεικόνιση ενός ριζικά νέου τρόπου παραγωγής και μιας νέας μορφής κοινωνίας. Αποτελεί ένα πιλοτικό μοντέλο, που όμως δεν μπορεί ακόμη να αναπαραχθεί ανεξάρτητα από τον καπιταλισμό. «Η αναδυόμενη ομότιμη παραγωγή είναι παραγωγική και καινοτόμα εντός του καπιταλισμού και συνάμα συνεισφέρει στην επίλυση διαρθρωτικών προβλημάτων που έχουν δημιουργηθεί από τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Με άλλα λόγια, αντιπροσωπεύει μια πιθανή υπέρβαση του καπιταλισμού».
Οι νέοι που ενδιαφέρονται για τα Κοινά δεν μπορεί να στηρίζονται σε καπιταλιστικές επενδύσεις και πρακτικές, που έχουν πάντα στόχο την εκμετάλλευση των Κοινών. Θα χρειασθεί να χρησιμοποιήσουν κατάλληλα μέσα για να κάνουν τη βασισμένη στα Κοινά ομότιμη παραγωγή περισσότερο αυτόνομη και ανεξάρτητη από την κυρίαρχη πολιτική οικονομία. Να επιλέγουν τα κοινά και να δημιουργούν συνθήκες στις οποίες τα κοινά κατέχουν το κεφάλαιο και το αξιοποιούν κατάλληλα για την ανάπτυξή τους.
Αυτά τα εγχειρήματα χρηματοδοτούνται με διάφορους τρόπους: από τη λήψη κρατικής χρηματοδότησης (ερευνητική επιχορήγηση) και από ατομικές δωρεές (crowdfunding), μέχρι συμμαχίες με καθιερωμένες επιχειρήσεις και ιδρύματα. Τα εγχειρήματα που βασίζονται στα Κοινά πειραματίζονται με διάφορα επιχειρηματικά μοντέλα για να παραμείνουν βιώσιμα. Με τη στρατηγική που έχει ονομαστεί «αλλομορφισμός» (transvestment) επιδιώκουν τη μεταφορά αξίας από τον καπιταλισμό στα κοινά, όπως στο δίκτυο Enspiral ή η Sensorica.
Οι συμμετέχοντες στο δίκτυο Enspiral π.χ. δημιουργούν προϊόντα και υπηρεσίες βασισμένα στα κοινά, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζουν εισόδημα μέσω της καπιταλιστικής αγοράς και ένα μέρος του εισοδήματός τους το διαθέτουν στο  Ίδρυμα Enspiral, το οποίο όμως δέχεται και εξωτερική χρηματοδότηση με χαμηλό ή μηδενικό επιτόκιο ή και δωρεές. Το συνολικό ποσό του κεφαλαίου του ιδρύματος επενδύεται σε νέα έργα μέσα από μια συνεργατική διαδικασία χρηματοδότησης. Το Loomio, μια πλατφόρμα λήψης αποφάσεων ελεύθερου λογισμικού / ανοιχτού κώδικα, είναι ένα από τα πιο σημαντικά προϊόντα αυτού του δικτύου.
Το σύνθημα που προωθεί την ομότιμη παραγωγή είναι: Σχεδιάστε παγκόσμια, κατασκευάστε τοπικά[3]. Αυτό  θα οδηγήσει στην κατεύθυνση της «Κοσμο-τοπικοποίησης», δηλαδή στον συνδυασμό Οικουμενικότητα-Τοπικοποίηση.
«Το κυρίαρχο οικονομικό σύστημα αντιμετωπίζει τους φυσικούς πόρους σαν να ήταν άπειροι και στη συνέχεια κλειδώνει τους πνευματικούς πόρους σαν να ήταν πεπερασμένοι. Αλλά η πραγματικότητα είναι ακριβώς το αντίθετο. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου οι φυσικοί πόροι είναι περιορισμένοι[4], ενώ οι μη υλικοί πόροι είναι ψηφιακά αναπαραγόμενοι και επομένως μπορούν να μοιραστούν με πολύ χαμηλό κόστος.
Τα κινούμενα ηλεκτρόνια σε όλο τον κόσμο έχουν μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα από τη μετακίνηση του άνθρακα, του σιδήρου, του πλαστικού και άλλων υλικών. Σε τοπικό επίπεδο, η πρόκληση είναι να αναπτυχθούν οικονομικά συστήματα που μπορούν να αντλούν από τις τοπικές αλυσίδες εφοδιασμού».
Φανταστείτε, για παράδειγμα, ότι χρειάζεται να κατασκευασθεί ένα προσθετικό χέρι για ανάπηρους: σχεδιάζεται από γεωγραφικά διασκορπισμένες κοινότητες επιστημόνων, σχεδιαστών και ενδιαφερομένων, με έναν συνεργατικό τρόπο μέσω του διαδικτύου. Όλες οι γνώσεις και το λογισμικό που σχετίζονται με το χέρι μοιράζονται σε παγκόσμιο επίπεδο ως ψηφιακά κοινά.
«Οι άνθρωποι από όλο τον κόσμο που είναι συνδεδεμένοι στο διαδίκτυο και έχουν πρόσβαση σε τοπικές μηχανές παραγωγής (από τρισδιάστατες μηχανές εκτύπωσης και μηχανές CNC, έως βιοτεχνίες και εργαλεία χαμηλής τεχνολογίας) μπορούν -ιδανικά με τη βοήθεια κάποιου ειδικού- να κατασκευάσουν ένα προσαρμοσμένο χέρι. Αυτή είναι η περίπτωση του OpenBionicsproject, το οποίο παράγει σχέδια για ρομποτικές και βιονικές συσκευές.
Δεν υπάρχει πληρωμή για το κόστος ευρεσιτεχνίας. Απαιτείται λιγότερη μεταφορά υλικών, δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος της μεταποίησης λαμβάνει χώρα σε τοπικό επίπεδο. Η συντήρηση είναι ευκολότερη, τα προϊόντα σχεδιάζονται έτσι ώστε να διαρκούν όσο το δυνατόν περισσότερο και συνεπώς το κόστος είναι πολύ χαμηλότερο»[5].
Η οικονομία των Κοινών συνίσταται στην ομότιμη παραγωγή αξίας, η οποία βασίζεται σε διανεμημένες ή κοινές υποδομές (φυσικούς πόρους, τεχνολογία, γνώση, κεφάλαιο, πολιτισμό), αυτοδιαχειριζόμενες από κοινότητες στη βάση συλλογικά θεσμισμένων κανόνων ή νορμών.
Τα ψηφιακά Κοινά, αφορούν στην ομότιμη παραγωγή πληροφορίας, γνώσης και πολιτισμού με τη μορφή ελεύθερου λογισμικού/υλισμικού και ανοικτού ψηφιακού σχεδιασμού.
Έχουμε να κάνουμε δηλαδή με Τοπικά (φυσικά/υλικά) και παγκόσμια (ψηφιακά/άυλα) Κοινά. Ό,τι δεν είναι σπανίζον (scarce) γίνεται διαθέσιμο/παράγεται σε παγκόσμια κλίμακα (πληροφορία, γνώση, λογισμικό, ψηφιακός σχεδιασμός) και ό,τι είναι σπανίζον (υλισμικό, φυσικοί πόροι) γίνεται διαθέσιμο/παράγεται τοπικά με μειωμένα κόστη παραγωγής και συναλλαγής (Ελληνικό παράδειγμα: ΤΟ PROJECT ΣΤΑ ΤΖΟΥΜΕΡΚΑ!)
.Έτσι η ομότιμη παραγωγή ευνοεί:
  • την αποκέντρωση έναντι του κεντρικού ελέγχου
  • τη δημοκρατική αυτοδιακυβέρνηση έναντι της ιεραρχικής διαχείρισης
  • τον αμοιβαίο συντονισμό της εργασίας (ισοδυναμία, ολοπτισμός, στιγμεργία)
  • την πρόσβαση έναντι της ιδιοκτησίας
  • τη διαφάνεια έναντι της ιδιωτικότητας
  • την αναδιανομή έναντι της μεγιστοποίησης του πλούτου, το κέρδος είναι περιφερειακός και όχι κεντρικός δείκτης
  • τη βιωσιμότητα έναντι της ανάπτυξης με κάθε κόστος
Το μοντέλο αυτό επιδιώκει να δημιουργήσει μια ηγεμονική αντι-εξουσία ενάντια στον επιθετικό καπιταλισμό και στον νεοφιλελευθερισμό, αλλά και στο κεντρικό εθνικό αστικό κράτος σαν όργανό τους. Να εισάγει μια ριζική αυτοθέσμιση της κοινωνίας, με την οποία θα ενσωματώνει και την πολιτική και την οικονομία των Κοινών και την αγορά με όρους δημοκρατίας, δικαιοσύνης και οικολογίας. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι το ποιας μορφής κράτος θα θεσμίσει η κοινωνία.
Απαιτείται δηλαδή μια ανάλογη πολιτική θεσμοθέτηση, βασισμένη σε μια ευρύτερη στρατηγική που θα επιδιώκει να ενσωματώσει τη μεγάλη μάζα των πολιτών στην οικονομία των Κοινών και στην κοινοτική οργάνωση της κοινωνίας. Είναι απαραίτητο, επομένως, να επανεφεύρουμε την πολιτική, με την ουσιαστική σημασία του όρου, να θεσμοθετήσουμε-ξεκινώντας από τη σημερινή τοπική Αυτοδιοίκηση και τους δήμους- την άμεση δημοκρατία στη βάση του ομόσπονδου Κοινοτισμού, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που βάζει ο καπιταλισμός στα επίπεδα της τεχνολογίας, της κοινωνίας και της οικονομίας, ώστε να τον υπερβούμε.
Το βασικότερο πρόβλημα σε αυτή την πορεία είναι η διαμόρφωση μιας δημοκρατικής οικονομίας μέσα από την Κοινοτικοποίησή της.


Πηγή: AFTOLEKSI.GR

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.