Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Το Μέλλον ως Πηγή Αγωνίας. Της Ντονατέλα ντι Τσέζαρε

Στο κατώφλι μιας νέας χρονιάς και εν μέσω των πολλαπλών κρίσεων που βιώνει η ανθρωπότητα, δοκιμάζεται η ικανότητά μας να σκεφτούμε το συλλογικό μας μέλλον. Στις μεταβολές της σχέσης μας με το μέλλον αναφέρεται το ακόλουθο άρθρο της Ντονατέλα ντι Τσέζαρε, καθηγήτριας Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης. Δημοσιεύτηκε στην ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ της ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, σε μετάφραση του ΘΑΝΑΣΗ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗ.

 


Η αυγή της νέας χιλιετίας χαρακτηρίζεται από μια πρωτόγνωρη δυσκολία να φανταστούμε το μέλλον. Το εμπόδιο δεν είναι πλέον τόσο το λεγόμενο «τέλος της Ιστορίας» -εκείνο το κλείσιμο στην ανελέητη οικονομία του κεφαλαίου- όσο το «τέλος του κόσμου» που ήδη εκλαμβάνεται σχεδόν σαν προφανές. Εκείνες που μιλούν γι’ αυτό είναι πρωτίστως οι εμπειρικές επιστήμες: η κλιματολογία, η γεωφυσική, η ωκεανογραφία, η βιοχημεία, η οικολογία. Τουλάχιστον αυτό είναι σαφές: ο κόσμος του ύστερου καπιταλισμού είναι εκείνος της πλανητικής οικολογικής κατάρρευσης. Η συγχώνευση τεχνοοικονομίας και βιόσφαιρας είναι μπροστά στα μάτια όλων. Αποκαλείται Ανθρωπόκαινος η εποχή της Γης στην οποία οι άνθρωποι παρατηρούν τα καταστροφικά και θανατηφόρα αποτελέσματα αυτής της ασύμμετρης συγχώνευσης, εξαιτίας της οποίας η φύση διαβρώνεται μέχρις αφανισμού. Η βιαιότητα όμως της επέμβασης δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την αμείλικτη κυριαρχία του κεφαλαίου. Η ανθρώπινη αδυναμία επικρατεί. Ετσι το φαντασιακό των ανθρώπων μετεωρίζεται μεταξύ της ανομολόγητης ευχής να μην αλλάξει τίποτα, να σταματήσει ο χρόνος, και της αγωνιώδους αναμονής για το «ατύχημα του μέλλοντος», στο οποίο πριν από χρόνια ο Πολ Βιριλιό διέβλεπε την καταστροφική έκβαση του «επιστημονικού φονταμενταλισμού».

Το τέλος του κόσμου, τρομερό και ανεξιχνίαστο, συντάραζε μέσα στους αιώνες τον εβραϊκό-χριστιανικό κόσμο. Αυτό το «τέλος» όμως έχει σήμερα δραματικά πραγματικό νόημα. Δεν υπάρχει πλέον ελπίδα σε έναν άλλο κόσμο. Σήμανε η ώρα της αντεστραμμένης ουτοπίας: της τελευταίας εποχής -έτσι την αποκάλεσε ο Γκίντερ Αντερς, ο φιλόσοφος ο οποίος περισσότερο ίσως από τους άλλους ωθήθηκε να προεικονίσει την εξολόθρευση της ανθρωπότητας, εκπέμποντας ένα ισχυρό σήμα κινδύνου εναντίον εκείνης της αυτοκτονίας που ήδη από τότε φαινόταν στον ορίζοντα. Από αυτή την άποψη πολύ λίγα άλλαξαν από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, κατά τα οποία έγραφε ο Αντερς. Αλλαξε η μεταφορά: περάσαμε από τον πυρηνικό χειμώνα στην παγκόσμια υπερθέρμανση. Κατά τα λοιπά, παρά μια κάποια συνειδητοποίηση του κινδύνου, η πορεία προς την οικολογική καταστροφή και την αυτοκαταστροφή της ανθρωπότητας δεν ανακόπηκε. Το αντίθετο! Εξάλλου είναι η ίδια η λειτουργία του επιστημονικοτεχνικού πολιτισμού, με τα δικά του πρότυπα υλικής ευημερίας, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για αυταπάτες.

Ενώ η προαναγγελθείσα καταστροφή πλησιάζει όλο και περισσότερο, η αδυναμία μας μεγαλώνει. Τι να κάνουμε; Είναι ήδη πάρα πολύ αργά; Μήπως όλα αυτά τα προειδοποιητικά σήματα κινδύνου φανερώνουν έναν πρώιμο καταστροφισμό; Μήπως η επιστήμη μάς επιφυλάσσει μιαν έκπληξη της τελευταίας στιγμής; Υπάρχει ωστόσο τούτο το νέο στοιχείο: το επικείμενο τέλος των καιρών έχει ήδη για μας, που ζούμε στην τρίτη χιλιετία, έναν ιστορικό -και όχι πλέον μόνο κοσμολογικό- χαρακτήρα. Η ιστορική βεβαιότητα του τέλους σφραγίζει μια εποχή, η οποία εκτυλίσσεται με βάση ένα αποκαλυψιακό σενάριο στο οποίο απουσιάζουν θεολογικές αντηχήσεις και πολιτικές επαγγελίες. Η Αποκάλυψη διαγράφεται εν μέσω πλήρους κοσμικής και επιστημονικής νεωτερικότητας. Το κακό που έρχεται αναγγέλλεται ορθολογικά εν μέσω της ανορθολογικής πορείας μιας ανθρωπότητας που παλεύει εναντίον της αυτοκαταστροφής της. Για πρώτη φορά κερδίζει έδαφος η ιδέα ότι ο θάνατος του ατόμου θα μπορούσε να συμπέσει με το τέλος του κόσμου. Τίποτα δεν θα απέμενε έπειτα, ούτε η ανάμνηση των άλλων, ούτε η κοινή μνήμη, ούτε κάποια κληρονομιά. Ολα επομένως θα ήταν μάταια. Ολα όσα η ανθρωπότητα έχει οικοδομήσει μέσα στους αιώνες και τις χιλιετίες θα τερματίζονταν για πάντα.

Τι σημαίνει όμως να ζει κανείς ή να επιβιώνει σε έναν καιρό χωρίς αύριο; Το μέλλον είναι κλειστό, προορισμένο να αναπαράγει το παρελθόν. Δεν υπάρχει αναμονή, προσδοκία, άνοιγμα στο μέλλον. Επειδή δεν περιμένουμε πλέον το σωτήριο γεγονός, που θα μπορούσε τελικά να καταστήσει δυνατό το ανέφικτο, αλλά μόνο φοβόμαστε το ατύχημα του μέλλοντος. Επικρατεί μια αναμονή γεμάτη αγωνία και ανησυχία. Ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της μεταβολής της σχέσης μας με το μέλλον; Για να απαντήσουμε, χρειάζεται να βαδίσουμε σε μια αχαρτογράφητη περιοχή. Παρακμάζει η ιδέα της προόδου, εκείνο το όνειρο που επί πολλούς αιώνες είχε ωθήσει τους ανθρώπους να προχωρούν μαζί προς κοινούς στόχους. Χάνεται όμως και η εμπιστοσύνη στη δυνατότητα να επηρεάσουμε την πορεία των γεγονότων, συντομεύοντας την αναμονή, αποφεύγοντας αυτό που φαινόταν αναπόφευκτο, βελτιώνοντας τις τύχες των ανθρώπων. Δεν υπάρχει πλέον λύτρωση, ούτε επανόρθωση ούτε σωτηρία. Είτε είναι η Επανάσταση είτε το Βασίλειο του Θεού, η ελπίδα φαίνεται καταδικασμένη να είναι κενό γράμμα. Τα βάσανα που μας ταλανίζουν στο παρόν δεν βρίσκουν επαγγελία επανόρθωσης από τη δικαιοσύνη που θα επιβληθεί στο μέλλον. Γι’ αυτό και όλα τα δεινά του παρόντος αποκαλύπτονται τρομερά αθεράπευτα.

Ακριβώς επειδή η Ιστορία χάνει το νόημά της, κάθε ανθρώπινη ύπαρξη φτιάχνει ιστορία από μόνη της, διαχωρισμένη και διασκορπισμένη σε μιαν ατομική και αδιευκρίνιστη μοίρα. Εχουν κοπεί οι δεσμοί της με τις άλλες ανθρώπινες υπάρξεις και τις άλλες ατομικές ιστορίες. Γίνεται επομένως αδύνατο να ερμηνεύσει την ήττα της σε μια ιστορία η έκβαση της οποίας δεν έχει ακόμα κριθεί, να δει τη ζωή της ως συμβολή στην οικοδόμηση ενός άλλου κόσμου, εκείνου της ουράνιας μακαριότητας ή της επίγειας ανασύνθεσης των συγκρούσεων στην αταξική κοινωνία. Κληρονομεί έναν χειρότερο κόσμο στις επόμενες γενεές. Συρρικνώνεται η οπτική της αιωνιότητας και το όραμα του μακρινού μέλλοντος. Η ανθρώπινη ύπαρξη περιορίζεται στο τόξο της δικής της μόνο φυσικής ζωής, κλείνεται μέσα στη δική της βιογραφία, εντός της οποίας συγκεντρώνονται όλες οι προσδοκίες της. Αυτή η ιδιωτικοποίηση του μέλλοντος είναι πηγή όχι μόνο αγωνίας αλλά και διάχυτης βίας. Καθένας καλλιεργεί μιαν ατομική ουτοπία, μια χίμαιρα αποτελούμενη από επιτυχία, πλούτο, κύρος. Οι περισσότεροι είναι προορισμένοι να ναυαγήσουν.

Εδώ έρχεται στο φως η πανωλεθρία της πολιτικής, η οποία έχει χάσει κάθε σωτηριολογική διάσταση. Χωρίς δεσμούς με την Ιστορία, στερούμενη ώθησης προς το μέλλον, ανίκανη για μια σφαιρική θεώρηση, η πολιτική, περιορισμένη μόνο στη διακυβέρνηση, προχωρώντας από τη μια επείγουσα κατάσταση στην άλλη, επικεντρώνεται στο παρόν χωρίς αύριο, προσπαθώντας να ακολουθήσει τα γεγονότα, να καβαλήσει το κύμα. Η ανευθυνότητα, δηλαδή η έλλειψη απαντήσεων στις μελλοντικές γενεές, φαίνεται να είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τωρινής πολιτικής. Είναι δύσκολο να προβλέψουμε ποιες θα είναι οι συνέπειες για την επιβίωση της δημοκρατίας. Πάνω απ’ όλα η πολιτική είναι ανίκανη να προεκταθεί στο μέλλον επινοώντας μια εναλλακτική λύση. Μπορούμε να ονειρευόμαστε μόνο στο εσωτερικό του καπιταλιστικού ρεαλισμού, όπου τα όνειρα τις περισσότερες φορές μετατρέπονται σε εφιάλτες. Για το σύγχρονο φαντασιακό φαίνεται ότι είναι πιο εύκολο να φανταστεί το τέλος του κόσμου από το να αναπαραστήσει το τέλος του καπιταλισμού. […]

Πηγή: Ντονατέλα ντι Τσέζαρε (Καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο La Sapienza της Ρώμης) - ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ , ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ, σε μετάφραση ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.