Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

«Διαβάζοντας» τα σημάδια της Κακοποίησης. Της Ιωάννας Φωτιάδη

Αλλαγές στη συμπεριφορά του παιδιού, στον ύπνο και στο φαγητό, σωματικές διαταραχές και προσκόλληση στο κινητό 

 


Η συνεχής προσκόλληση της 12χρονης στο κινητό της κίνησε τις υποψίες των συγγενών. Κάποια στιγμή το πήραν στα χέρια τους, το άνοιξαν και τότε ανακάλυψαν τον εφιάλτη… Με αυτόν τον τρόπο άρχισε να γίνεται γνωστή η εγκληματική δράση του 53χρονου ιδιοκτήτη παντοπωλείου στον Κολωνό, που κατηγορείται ότι βίαζε τη 12χρονη συστηματικά από τον Απρίλιο έως και τον Αύγουστο. Εντός του μαγαζιού του, στο οποίο απασχολούνταν η μητέρα και περιστασιακά και το παιδί, την κακοποιούσε, τη φωτογράφιζε, τη βιντεοσκοπούσε. Εν συνεχεία ανέβαζε υλικό στο Διαδίκτυο μέσω ψεύτικων προφίλ που είχε δημιουργήσει σε ανάλογους ιστοτόπους.

Βάσει του υλικού που έχει κατασχεθεί από τις Αρχές, υπολογίζεται ότι πάνω από 200 άτομα είχαν επικοινωνήσει διαδικτυακά μαζί του και είχαν εκφράσει επιθυμία να έρθουν σε επαφή με τη 12χρονη. Για ορισμένους από αυτούς φέρεται να είχε ήδη κανονίσει συνάντηση με το κορίτσι έναντι αμοιβής. Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, έπειτα από την καταγγελία που έγινε από την πλευρά της οικογένειας, παρακολουθούσαν στενά τον 53χρονο και τον συνέλαβαν από κοινού και με έναν 43χρονο, που επίσης κατηγορείται για βιασμό της 12χρονης.

Η παραπάνω υπόθεση θα απασχολεί για μέρες την επικαιρότητα και θα φθάσει στα παιδιά και στους εφήβους από διάφορους διαύλους επικοινωνίας. Μπορεί, επομένως, και πρέπει να αποτελέσει αφορμή ώστε γονείς και εκπαιδευτικοί να ενημερώσουν τα παιδιά για τον κίνδυνο που διατρέχουν – να βρεθούν δηλαδή κοντά σε κάποιον που θα προσπαθήσει να τα εκμεταλλευτεί σεξουαλικά. «Η πιθανότητα είναι δυστυχώς μεγάλη λόγω της επιδεξιότητας των δραστών», εξηγεί στην «Κ» ο δρ Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, παιδοψυχίατρος – ψυχαναλυτής. «Ο δράστης, κατά κανόνα, δεν δρα παρορμητικά». Μια παρορμητική στάση άλλωστε θα προκαλούσε στο ανήλικο υποψίες, οπότε θα προφυλασσόταν από μόνο του. «Ο δράστης θα προσεγγίσει το παιδί με σχέδιο, θα το καλοπιάσει, θα μάθει τι του αρέσει, ποιες είναι οι αδυναμίες του, θα καλλιεργήσει οικειότητα, θα το σαγηνεύσει και αφού εγκαταστήσει την αποπλάνηση και την κακοποίηση, θα το απειλήσει για να μη μιλήσει σε άλλους. Οι δράστες είναι εξαιρετικά ικανοί στο να τρομοκρατούν τα παιδιά, να τα γεμίζουν ενοχές και ντροπή», τονίζει.

Σύμφωνα με τα ευρήματα σχετικών ερευνών, πρόσωπα με τέτοιες βλέψεις εντοπίζουν παιδιά που νιώθουν μειονεκτικά και δεν έχουν σχέση εμπιστοσύνης με τους γονείς, παιδιά που είναι ευάλωτα συναισθηματικά. «”Ποιος ξέρει τι βλακείες είπες και σε κορόιδεψαν”, “μήπως κι εσύ τον προκάλεσες;”. Αυτές είναι πραγματικές αντιδράσεις γονέων όταν τα παιδιά τούς μεταφέρουν προσβλητικές συμπεριφορές των οποίων γίνονταν αποδέκτες», περιγράφει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Στη μία περίπτωση το παιδί ήταν θύμα ενδοσχολικού εκφοβισμού, στην άλλη, σεξουαλικής παρενόχλησης που εξελίχθηκε σε κακοποίηση».

 

Οικογενειακό προφίλ

Κοινό χαρακτηριστικό των παιδιών που βιώνουν τέτοιες καταστάσεις, σημειώνει ο κ. Αλεξανδρίδης, είναι ότι «προέρχονται από πολυπροβληματικές οικογένειες, όπου συχνά υπάρχει εξάρτηση από αλκοόλ ή ουσίες, κάποια ψυχική διαταραχή και χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο». Εξαιτίας όλων των παραπάνω χαρακτηριστικών, οι εν λόγω οικογένειες ζουν συνήθως σε σπίτια λίγων τετραγωνικών και «η πολύ μεγάλη στενότητα χώρου καταργεί την ιδιωτικότητα, με συνέπεια τελικά ψυχές και σώματα να μπερδεύονται».

Οι δράστες είναι εξαιρετικά ικανοί στο να τρομοκρατούν τα παιδιά, να τα γεμίζουν ενοχές και ντροπή.

Η ύπαρξη πολλών παιδιών, όμως, δεν είναι εξ ορισμού δυσλειτουργική. «Παλαιότερα, όταν οι οικογένειες ήταν πολυμελείς, τα μεγαλύτερα παιδιά ή συγγενείς της ευρύτερης οικογένειας (νέοι θείοι και θείες, γιαγιάδες κ.ά.) αναλάμβαναν γονεϊκούς ρόλους, γίνονταν τα πρόσωπα αναφοράς, με τα οποία τα παιδιά συνδέονταν συναισθηματικά και ανέπτυσσαν σχέσεις εμπιστοσύνης και φροντίδας». Η καλή οικογένεια εξασφαλίζει την ιδιωτικότητα των μελών, αλλά ταυτόχρονα είναι ανοιχτή στο «μοίρασμα» δύσκολων εμπειριών και συναισθημάτων.

«Υπάρχουν σημάδια που πρέπει να θορυβήσουν τους γονείς;» ρωτάμε τον κ. Αλεξανδρίδη. «Κάθε αλλαγή συμπεριφοράς του παιδιού προς τους γονείς –πιο επιθετικό, πιο απόμακρο ή “καλόβολο”– πρέπει να προβληματίσει», απαντάει. «Αντίστοιχες αλλαγές συμπεριφοράς προς τους φίλους ή ξαφνικά η απόκτηση πολλών νέων φίλων». Ταυτόχρονα και το σώμα των παιδιών «μαρτυρά» όσα ζουν. «Αλλαγές στους βιολογικούς ρυθμούς, του ύπνου και του φαγητού (αϋπνίες, βουλιμικές κρίσεις), θέλουν κάτι να μας πουν», συμπληρώνει. «Τα παιδιά δεν μπορούν να διαχειριστούν κάτι τέτοιο, με συνέπεια να αποκτούν σωματικές διαταραχές, όπως κοιλιακούς πόνους, κεφαλαλγίες». Τέλος, ένα ακόμη εξόφθαλμο σημάδι είναι η προσκόλληση στο κινητό και η προσπάθεια αυτό να παραμένει μακριά από τους γονείς. «Ολα τα παιδιά που περνούν κάτι τέτοιο διακρίνονται από αδυναμία συγκέντρωσης, καθώς είναι πολύ απασχολημένα με όσα τους συμβαίνουν», εξηγεί ο δρ Αλεξανδρίδης.

 

Πολλαπλά τραύματα

Οι γονείς καλούνται, λοιπόν, να μιλήσουν στα παιδιά με σαφήνεια, αλλά χωρίς πολλές λεπτομέρειες, που ενδέχεται να διεγείρουν έντονα κάποιον έφηβο, για τη μεγάλη βλάβη που μπορεί να προέλθει από τη σεξουαλική κακοποίηση. «Είναι τέτοια η φύση του εγκλήματος, που προκαλεί τραύματα σε πολλά επίπεδα – στο σώμα, στην ψυχή και στο αίσθημα ταυτότητας του ατόμου», επισημαίνει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Το τραύμα αυτό μπορεί να το κουβαλάει για χρόνια, ακόμη και για όλη του τη ζωή». Με αυτή την αφορμή μπορούμε να θίξουμε «και το ζήτημα της έκθεσης των παιδιών μέσω των social media και τις μεταξύ τους παραβιαστικές δράσεις», προσθέτει ο ίδιος. «Δεν θα πρέπει ποτέ να εμπιστεύονται τον φίλο που έχουν σήμερα και ζητάει μια γυμνή φωτογραφία, αλλά αύριο θα πάψει να είναι φίλος». Και στο σχολείο ενδείκνυται να γίνει ανάλογη συζήτηση. «Οχι όμως σε μια αχανή αίθουσα, όπου θα συνυπάρχουν πολλά τμήματα μαζί, αλλά μέσα στην τάξη και με τον καθηγητή με τον οποίο τα παιδιά είναι πιο συνδεδεμένα», τονίζει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Ετσι η διεργασία θα είναι γόνιμη».

Ακόμη πιο σημαντικό, βέβαια, είναι η δημιουργία σχολών γονέων στα σχολεία, στους δήμους ή σε ιδιωτικούς φορείς. «Εμείς οφείλουμε να στηρίξουμε και να κατευθύνουμε τους γονείς, ώστε και εκείνοι να μπορέσουν να φέρουν εις πέρας επιτυχώς τον γονεϊκό τους ρόλο», υπενθυμίζει. «Ζούμε σε μια ρευστή κατάσταση, στην οποία συνεχώς προστίθενται νέες προκλήσεις». Στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των παιδιών μπορεί να συνεισφέρει πολύ μια προσωπική μαρτυρία. «Η μαρτυρία ενός θύματος βίας είναι αυτό που πάντοτε πείθει περισσότερο», αναφέρει ο έμπειρος παιδοψυχίατρος, «το έχουμε διαπιστώσει και με θύματα τροχαίων ή με τοξικομανείς».

Ιδιαίτερα αποτελεσματικό για τον περιορισμό τέτοιων εγκλημάτων, σύμφωνα με τον δρα Αλεξανδρίδη, είναι και ένα άλλο μέτρο. «Μόλις ολοκληρωθεί η αστυνομική και δικαστική έρευνα, θα πρέπει να υπάρξει δημοσιοποίηση των ονομάτων – όχι μόνο του δράστη, αλλά και όσων υπήρξαν “πελάτες” παιδικής πορνογραφίας και πορνείας», τονίζει ο δρ Αλεξανδρίδης, γιατί «ένα από τα πράγματα που φοβάται ο άνθρωπος είναι η δημόσια κατακραυγή και ο φόβος ότι έπειτα από μια τόσο αποτρόπαιη πράξη όλοι θα ξέρουν ποιος είσαι και τι κάνεις. Είναι το μόνο που μπορεί να λειτουργήσει ως φραγμός».

 

Φωτογραφία: Οι γονείς καλούνται να μιλήσουν στα παιδιά με σαφήνεια, ενώ σημαντική είναι η δημιουργία Σχολών Γονέων. Μέτρο αποτροπής θεωρείται η δημοσιοποίηση των ονομάτων όχι μόνο του δράστη, αλλά και των «πελατών». [SHUTTERSTOCK]

 

Πηγή: Ιωάννα Φωτιάδη  , ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.