Ακολουθεί ενδιαφέρον άρθρο του Κώστα Αρβανίτη, από το LUBEN.TV με
τίτλο: «Airbnb: Τι συμβαίνει όταν η
«συνεργατική οικονομία» αρπάζει τις πόλεις από τους κατοίκους τους;» και υπότιτλο «Δεκάδες
ελληνικές πόλεις και αυτό το καλοκαίρι μοιάζουν να έχουν μετατραπεί σε χόστελ
για εύπορους τουρίστες».
Ως χρήστης υπηρεσιών Airbnb,
εξαιτίας αρκετών επαγγελματικών ταξιδιών, ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα,
δηλώνω ικανοποιημένος από αυτές και χρήσιμες, καθώς προσφέρουν λύσεις για τους ταξιδιώτες.
Ιδιαίτερα όταν οι υπηρεσίες των ξενοδοχείων είναι πολύ ακριβές ως προς το
κόστος και συνήθως ιδιαίτερα χαμηλές ως προς την ποιότητα. Και μπορεί να είναι «από
τα κάτω». Μπορεί όμως να εντάσσεται και στα κερδοσκοπικά παιχνίδια ομίλων real estate.
Ωστόσο φαίνεται ότι η απουσία ορθολογικού
σχεδιασμού που χαρακτηρίζει οτιδήποτε προσπαθεί να αναπτυχθεί σε συνθήκες νεοφιλελευθερισμού,
και οι υπηρεσίες airbnb
μπορεί να δημιουργούν μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που επιλύουν, με αρνητικές
επιπτώσεις –αλλού μεγαλύτερες και αλλού μικρότερες- στο χωρικό επίπεδο.
Άλλο ένα παράδειγμα για τα σοβαρά αδιέξοδα και τους κινδύνους που
παρουσιάζονται εξαιτίας της απουσίας σχεδιασμού …
Αλλά, ας διαβάσουμε το άρθρο του
Κώστα Αρβανίτη:
Οι περισσότεροι από εμάς
αισθανθήκαμε ευλογημένοι την πρώτη φορά που κλείσαμε ένα υπέροχο σπίτι σε τιμή
κόστους σε μια ξένη πρωτεύουσα, αντί για κάποιο ξενοδοχείο ή χόστελ. Κάποιοι
μπορεί ακόμη και να τσοντάρουν στο μικρό πλέον μέσο εισόδημα της Ελλάδα
βγάζοντας ένα ιδιόκτητο σπίτι στο Airbnb.
Γιατί τότε ξένες πόλεις όπως το
Λονδίνο να ψηφίζουν μέτρα απέναντι στο Airbnb; Γιατί στη Βενετία οι κάτοικοι
ρίχνουν κατάρες και σε αυτό και στους τουρίστες που φέρνει;
Ως γνωστόν, κάθε σύγχρονη πόλη
πάσχει από περιορισμένο χώρο, ιδιαίτερα στο κέντρο. Παρότι πάντα υπάρχει το
ενδεχόμενο της αστικής ερήμωσης (βλ. Ντιτρόιτ, ΗΠΑ), ο γενικός κανόνας είναι
ότι ο περιορισμένος χώρος θα τείνει να γίνεται όλο και πιο δυσεύρετος και
ακριβός για λόγους κατοικίας, αλλά και κερδοσκοπίας. Το ίδιο ισχύει σε
άλλες ειδικές συνθήκες, όπως πχ στα νησιά.
Το πρόβλημα ξεκίνησε όταν έγινε
αντιληπτό στους ιδιοκτήτες πως το να νοικιάζουν σε τουρίστες, κυρίως ξένους,
φέρνει πολύ περισσότερο χρήμα απ’ότι σε ντόπιους που θέλουν να μείνουν. Έχουν
καταγραφεί παράπονα αγροτικών γιατρών σε νησιά όπως η Σαντορίνη πως κανένας δεν
τους νοικιάζει σπίτι για να μείνουν, γιατί δίνουν λίγα λεφτά. Λίγες δεκαετίες
πριν οι ίδιοι νησιώτες θα τους έκαναν το τραπέζι για τη βοήθειά τους.
Ο νόμος αυτός ίσχυε και πριν,
φυσικά. Το Airbnb όμως δίνει τη δυνατότητα κάθε άδειο σπίτι ή
δωμάτιο να γίνει διαθέσιμο στους τουρίστες, χωρίς ανακαινίσεις, με ελάχιστη
γραφειοκρατία και το πλεονέκτημα πια να είναι στα μικρά διαστήματα εκμίσθωσης
και όχι στα μεγάλα.
Ταυτόχρονα, τα κέρδη είναι πολύ
υψηλότερα: Το παράδειγμα της Βαρκελώνης δείχνει πως η ενοικίαση μέσω Airbnb
αποδίδει τα διπλάσια από τη συμβατική. Το ίδιο επιβεβαιώνεται από τα δεδομένα:
Ένα σπίτι 40 χρονών κοντά στο κέντρο της Αθήνας μπορεί να φέρει 500 ευρώ
το μήνα μέσω Airbnb, αντί για 300-350 ευρώ για το ίδιο διάστημα δια τη
παραδοσιακής οδού.
Θα πει κανείς: “Κακό είναι να
βγάλουν οι πολίτες κάνα φράγκο από τον τουρισμό τις δύσκολες εποχές που
ζούμε;” Το πράγμα είναι αρκετά πολυπλοκότερο.
Ποιος θυμάται το Κουκάκι πριν
5-10 χρόνια; H απάντηση είναι κανείς. Ο συνδυασμός του ανοίγματος του
Μουσείου της Ακρόπολης με την κυριαρχία της ηλεκτρονικής υπηρεσίας έκαναν το
Airbnb το 2015 να ανακοινώνει πως το Κουκάκι κατείχε για το 2015 το
νούμερο 5 παγκοσμίως στις γειτονιές που αυξάνεται ο τουρισμός. Στη συγκεκριμένη
περιοχή της Αθήνας αυτή η αύξηση έφτασε εκείνη τη χρονιά το 800%.
Όπως δήλωσε ο αντιπρόεδρος του
Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών-Αττικής, κ. Λευτέρης Ποταμιάνος, το ίδιο ισχύει και για
περιοχές όπως η Πλάκα, του Μακρυγιάννη, το Θησείο, η Ακρόπολη, το Μοναστηράκι,
το Μεταξουργείο και ο Κεραμεικός. Η αύξηση του τουρισμού αυξάνει όμως και την
επιθυμία για κέρδος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το ένα αποτέλεσμα είναι αρκετά
προφανές: H ενοικίαση για μικρά διαστήματα στα τουριστικά πρότυπα είναι πιο
κερδοφόρα, κάτι το οποίο κάνει πλέον την ενοικίαση για μεγάλα χρονικά
διαστήματα (όπως θα ήθελε πχ μια οικογένεια) σχεδόν αδύνατη. Οι πολίτες που
θέλουν να νοικιάσουν ένα σπίτι για να μείνουν στα συγκεκριμένα σημεία του
ιστορικού κέντρου δε μπορούν, εκτός κι αν πληρώσουν εξωφρενικά ποσά για νοίκι.
Τα δεδομένα δείχνουν ότι
πραγματοποιούνται συνέχεια εξώσεις ή αρνήσεις να ανανεωθούν τα υπάρχοντα
συμβόλαια. Για να γίνει αντιληπτό αυτό με ένα παράδειγμα εκτός Αθήνας αλλά
αντίστοιχο, το 2014 η πόλη των Χανίων είχε 80 σπίτια στην πλατφόρμα. Το 2015
αυξήθηκαν σε 250, ενώ πλέον 2.400 στην πόλη και 5.000 σε επίπεδο νομού.
Επίσης, η τουριστική κίνηση τείνει
συσσωρεύεται και σε άλλες περιοχές, ακολουθώντας το Μετρό ή άλλα σημεία. Ενώ τα
ενοίκια στην Αθήνα έχουν σημειώσει μεγάλη πτώση τα τελευταία χρόνια, σε
περιοχές όπως οι Αμπελόκηποι της Αθήνας εμφανίζουν άνοδο σε σχέση με πέρσι.
Την άνοδο αυτή την πληρώνουν κι
άλλες κοινωνικές ομάδες, όπως φερ’ ειπείν οι φοιτητές από επαρχία που πρέπει
κάπου να μείνουν. Όπως σημειώνεται, στην Αθήνα τουλάχιστον τα νοίκια στις
παραδοσιακές φοιτητογειτονιές θα είναι 10-20% υψηλότερα.
Αυτό σπρώχνει μια σειρά από μόνιμους
κατοίκους να εγκαταλείψουν το ιστορικό κέντρο της κάθε πόλης ό,τι αυτό
συνεπάγεται. Σε μια μητρόπολη του τουρισμού όπως η Βαρκελώνη, οι αριθμοί
σημειώνουν 11% μείωση των μόνιμων κατοίκων του κέντρου της τα τελευταία 8
χρόνια.
Σε μια πιο μικρή και ακόμη πιο
τουριστική πόλη όπως η Βενετία, οι μόνιμοι κάτοικοι μετακομίζουν σε γειτονικές
πόλεις, αν δεν εμπλέκονται οι ίδιοι με τον τουρισμό. Το 1951 η Βενετία
είχε 175.000 κατοίκους – σήμερα έχει 55.000 .Η αναλογία είναι πλέον 1
κάτοικος ανά 140 τουρίστες, ενώ σύμφωνα με τα τοπικά μέσα υποστηρίζουν πως
τρέχοντα ρυθμό δεν θα έχει μείνει ούτε ένας το 2030.
Το πιο ανησυχητικό είναι ότι το
φαινόμενο αποκτά πλέον διαστάσεις βιομηχανίας. Οι μικροί ιδιοκτήτες, όπως η
οικογένεια οι οποίες νοικιάζουν το ακίνητο που περισσεύει πείθονται ή πειθαναγκάζονται
να το πουλήσουν σε μεγάλα μεσιτικά γραφεία.
Αυτά μετά τα ενοικιάζουν μαζικά
online. Σύμφωνα με στατιστικές, από τα τελευταία διαμερίσματα που έχουν
πωληθεί στη Βαρκελώνη το 40% έχει αγοραστεί από real estate εταιρείες όπως
αυτές που αναφέρθηκαν, ενώ στις τουριστικές ζώνες το ποσοστό μπορεί και να
ξεπερνά το 80%. Από αυτά, το 42% έχει ξένους αγοραστές.
Κι αν αναρωτιέστε τι παίζει εδώ,
παρατηρείται αύξηση της τάσης να αγοράζονται σπίτια γι’αυτό το σκοπό από
ελληνοαμερικάνους, τούρκους ή ισραηλινούς επιχειρηματίες. Ακόμα και κινέζους,
όπως ο όμιλος που αγόρασε 8 ακίνητα σε 1.5 χρόνο στο Κουκάκι.
Όλη αυτή η κατάσταση φυσικά εγείρει
σοβαρά ερωτήματα φυσιογνωμίας. Όλοι έχουμε υπόψη μας μέρη στην Ελλάδα τα οποία
είναι κοινώς αποδεκτό πως καταστράφηκαν από τον τουρισμό.
Είναι ζώνες που κυκλοφορούν μόνο τουρίστες αλλά είναι μακριά από το μάτι και
κανείς δε δίνει σημασία, όπως ο Λαγανάς ή το Φαληράκι.
Τι συμβαίνει όμως όταν μια
πραγματική γειτονιά χάνει τους κατοίκους της για να γεμίσει τουρίστες; Είναι
μεγάλο ερώτημα αν αντέχει να παραμείνει στον ίδιο χώρο η ιστορία των όσων
ανθρώπων έζησαν εκεί, όταν έχουν απομείνει μόνο μπαρ και μαγαζιά με
frozen yoghurt.
Φυσικά, όσο περισσότερο μια
πόλη βασίζεται στον τουρισμό τόσο πιο ευάλωτη είναι και σε αυτή την παλίρροια.
Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς μια πόλη 5 εκατομμυρίων να πηγαίνει ολόκληρη
κάπου αλλού. Είναι εύκολο όμως να φανταστεί κανείς μερικές γειτονιές να
γίνονται θεματικά πάρκα προορισμένα για καλοζωισμένους τουρίστες από το Κατάρ,
τη Σουηδία ή την Ιαπωνία.
Πηγή: LUBEN.TV
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.